Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Υπατία, μια ιστορική αδικία

«Η ιστορία γράφεται από τους νικητές» Ναπολέων Βοναπάρτης.
Μία φράση που αποτυπώνει τέλεια το πνεύμα της εποχής μας, πιστεύοντας ότι αποδίδει τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Ουσιαστικά αντανακλά τη λαϊκή πίστη στο δίπολο καλού – κακού, ταυτίζοντας συνειρμικά τους νικητές με το καλό και τους ηττημένους με το κακό. Έτσι κι αλλιώς, ο λαός θέλει να μαθαίνει μέσα από «παραμύθια». Και πάντα ένα καλό παραμύθι έχει τον μπαμπούλα του, κάτι βέβαια που εξυπηρετεί ιδανικά αυτόν που έχει την εξουσία.

Η παραπάνω φράση, υποκρύπτει, ωστόσο το βαρβαρισμό και τη μισαλλοδοξία του ισχυρού, ενώ η ισοπέδωση που επιτελείται δεν γίνεται πάντοτε με γνώμονα το κοινό καλό. Θύμα τέτοιων παιχνιδιών εξουσίας έχει υπάρξει και η επιστημονική σκέψη. Γυρίζοντας το ρολόι του χρόνου αρκετούς αιώνες πίσω, συναντάμε την Υπατία, η οποία, ως άλλος τελευταίος των Μοϊκανών, ήταν η τελευταία μεγάλη εργάτρια της επιστήμης και εκπρόσωπος του ελληνιστικού τρόπου σκέψης, που με το θάνατό της μπαίνει συμβολικά ένα τέλος σε μια εποχή άνθησης και εδραίωσης της επιστημονικής αντίληψης του κόσμου.

Η Αλεξάνδρεια του 4ου αιώνα μ.Χ. ήταν η τελευταία πόλη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που εξακολουθούσε να αναπτύσσει και να διδάσκει επιστήμες και φιλοσοφία. Στην πόλη αυτή έμελλε να ζήσει μια φωτισμένη γυναίκα, η Υπατία. Γεννήθηκε το 370 μ.Χ και ήταν κόρη του μαθηματικού Θέωνα. Με τις φροντίδες του πατέρα της έλαβε την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση, μιας και ήθελε να κάνει την κόρη του ένα «τέλειο ανθρώπινο ον».

Δίδαξε στο Μουσείο φιλοσοφία και μαθηματικά και τα μαθήματά της αποτέλεσαν πόλο έλξης για τους διανοούμενους της εποχής. Το έργο της περιλάμβανε σχόλια πάνω στην Αριθμητική του Διόφαντου, ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (ή Διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις, και εργάστηκε με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Επίσης, έγραψε σχόλια για τον Αστρονομικό Κανόνα του Πτολεμαίου και μια διατριβή «Περί των Κωνικών Τομών του Απολλώνιου». Τέλος, ασχολήθηκε και με μηχανικές κατασκευές (όργανα για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και υδρόμετρα για τη μέτρηση της πυκνότητας υγρών).

Όμως για να δούμε τις πολιτικοκοινωνικές ζυμώσεις της εποχής. Ο χριστιανισμός μόλις είχε γίνει επίσημη θρησκεία του κράτους. Η νεαρή θρησκεία έκανε δειλά δειλά τα βήματά της από ένα υπόγειο ρεύμα σε ένα μαζικότερο κίνημα. Σε ένα καζάνι που έβραζε, από μια πληθώρα δογμάτων, η Εκκλησία καλούνταν να διασφαλίσει την καθαρότητα της πίστης. Η διάκριση ήταν δύσκολη και η ενότητα απαιτούσε δραστικές πρωτοβουλίες. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι διαδέχονταν η μία την άλλη, ώστε οι θέσεις της να αποσαφηνιστούν με το Σύμβολο της Πίστεως. Η Εκκλησία είχε ένα ξεκάθαρο εχθρό: την ειδωλολατρία, αλλά και ένα πολύ δυνατό σύμμαχο: το κράτος. Όπως αναφέρει η Α. Ηλιάδη, «η νέα πίστη μπορεί να εξελιχθεί παράλληλα με την κρατική δομή σε ένα σπουδαίο παράγοντα συνοχής του πληθυσμού της αυτοκρατορίας, που η εθνική ανομοιογένειά του αποτελούσε μόνιμο κίνδυνο. Στο νέο κράτος, το στοιχείο αυτό λειτουργεί ως παράγοντας συνοχής μόνο αν υπάρχει δογματική ενότητα, αλλιώς πολλαπλασιάζει την ένταση και αφανών ακόμη διασπαστικών τάσεων». Όπερ και εγένετο το πρώτο χριστιανικό κράτος λοιπόν!

Η ανάγκη για ενότητα προϋποθέτει την υπεράσπιση του δόγματος με κάθε μέσο και τρόπο. Σε αυτή τη σχέση δούναι και λαβείν, κανένας δεν θα έβγαινε ζημιωμένος. Το κράτος θα είχε διασφαλισμένη την ειρήνη και την ομοιογένεια, ενώ η Εκκλησία την εξάπλωση της πίστης και των πεποιθήσεών της. Θύματα;

Σιγά σιγά καλλιεργήθηκε ο φανατισμός και οι υπερασπιστές της πίστης έφτασαν σε ακρότητες. Στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινουπόλεως επί Θεοδοσίου Α έγινε δημόσια καύση ελληνικών βιβλίων. Κατόπιν, με μια σειρά διαταγμάτων οι αυτοκράτορες προσπάθησαν να περιορίσουν τις ελευθερίες λατρείας των εθνικών και στη συνέχεια με μια πληθώρα νομοθετημάτων, στράφηκαν να εξαλείψουν την αρχαία ελληνική θρησκεία, κλείνοντας τα ιερά, απαγορεύοντας τις θυσίες και αφαιρώντας τις περιουσίες των εθνικών. Ένας καινούριος εχθρός μόλις είχε γεννηθεί. Προς το τέλος μάλιστα του 4ου αιώνα, οι ναοί άρχισαν να καταστρέφονται, ενώ η λατρεία ποινικοποιήθηκε. Το πρώτο κυνήγι μαγισσών ξεκίνησε ο αυτοκράτορας Ουάλης, με αφορμή μια αποκάλυψη υποτιθέμενης συνομωσίας για την ανατροπή του από κληρικούς, εξαπολύοντας απηνή διωγμό κυρίως εναντίον των εθνικών διανοούμενων. «Οι μαθηματικοί έπρεπε να κατασπαραχθούν από θηρία ή να καούν ζωντανοί», γράφει ο McCabe. Μάλιστα, μερικοί από τους Χριστιανούς Πατέρες αναβίωσαν τις θεωρίες της επίπεδης Γης και του σύμπαντος ως στερέωμα. Δύσκολοι καιροί για φιλόσοφους και επιστήμονες…

Το 392 καταστράφηκε στο Σεράπειο, ένας από τους σημαντικότερους ναούς της αυτοκρατορίας, από το χριστιανικό όχλο που καθοδηγούνταν από τον πατριάρχη Θεόφιλο. Η καταστροφή του είναι σημαντική, γιατί κατασκευάστηκε από τον Πτολεμαίο Α και συμβόλιζε τη συνύπαρξη, την αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό των τριών σημαντικότερων πληθυσμιακών ομάδων της Αλεξάνδρειας: των Ελλήνων, των Αιγυπτίων και των Ιουδαίων. Τότε έκλεισε και το Μουσείο, με διάταγμα του Θεοδοσίου.

Ας γυρίσουμε όμως πίσω στην Υπατία, η οποία είχε μείνει μέχρι τέλους στο Μουσείο, όπου σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Σούδα «ήταν επίσημα διορισμένη να ερμηνεύει το δόγμα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη κα». Και όταν αυτό έκλεισε, άρχισε να παραδίδει μαθήματα στο σπίτι της. «Αφού το Μουσείο δεν υπάρχει, ας γίνω το Μουσείο εγώ», είχε πει. Με την πνευματική της κατάρτιση, τη ρητορική της δεινότητα, την πολύπλευρη προσωπικότητά της και την ηθική της οντότητα, κέρδισε την εκτίμηση και το σεβασμό του λαού της Αλεξάνδρειας, καθώς και των αλεξανδρινών πολιτικών. Η Υπατία δεν είχε ασπαστεί το χριστιανισμό και το πιθανότερο είναι να ήταν κάτι μεταξύ άθεης και αγνωστικίστριας, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της αποτέλεσε πρότυπο ηθικής, σύνεσης και σοφίας. Αν και ήταν όμορφη, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την ομορφιά του σώματός της. Ντυνόταν κόσμια και μέχρι το τέλος του βίου της, παρέμεινε παρθένα. Οι μαθητές της ήταν διαφόρων θρησκειών και προσπαθούσε να τους βοηθήσει να αντιληφθούν την πραγματική ομορφιά της ζωής και την αληθινή γνώση. «Ήξερε να συγκρατεί τους πιο τολμηρούς, όταν στο πάθος τους γι’ αυτήν έχαναν τον αυτοέλεγχό τους», αναφέρει χαρακτηριστικά η Εγκυκλοπαίδεια Σούδα. Ήταν απόλυτα αφοσιωμένη στα ιδεώδη της Αλήθειας και του Δικαίου.

Ανάμεσα στους μαθητές της ήταν ο Συνέσιος, που στη συνέχεια έγινε επίσκοπος Πτολεμαΐδας και ο Ορέστης, ο Ρωμαίος Έπαρχος της Αιγύπτου, που είχε βαπτιστεί χριστιανός για τους τύπους, ο οποίος συχνά την καλούσε ως σύμβουλο. Ήταν η πρώτη γυναίκα που δίδαξε δημόσια και μάλιστα στο επιστημονικό πεδίο της υψηλής διανόησης, συμβολίζοντας την ελευθερία της σκέψης και του λόγου, που έρχονταν αντίθετα με τις διδαχές του χριστιανισμού των πρώτων χρόνων που επέβαλε την τυφλή υποταγή ως τη μοναδική έξοδο προς τα Θεία.

Με όλα αυτά λογικό ήταν να μπει στο μάτι του Πατριάρχη Κύριλλου, ο οποίος από αυτά που έγραψε δείχνει ότι ένιωθε «βαθύτατο μίσος για το σύνολο της φιλοσοφίας, που δεν είναι παρά ελληνιστική βλακεία». Όσο για το ρόλο της γυναίκας, έλεγε σε ένα από τα κηρύγματά του: «Υποταγμένη και παραδομένη στην υπακοή προς το Θεό, οφείλει να αφοσιώνεται στη γέννηση παιδιών». Επιπλέον, έκανε αγώνα για την καθαρότητα της πίστης, εκδιώκοντας από την πόλη όλους τους μη ορθόδοξους χριστιανούς. Η ιστορία τον χαρακτηρίζει ως υπέρμαχο πολεμιστή του χριστιανισμού. Άλλες πηγές αναφέρουν πως απλά διψούσε για εξουσία.

Τη Σαρακοστή του 415, «ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, ένα μέλος των Παραβολάνων (ομάδα νεαρών που λειτουργούσαν ως στρατιωτικό σώμα του Πατριάρχη) παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει στο σπίτι της. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, τη μετέφεραν στην εκκλησία Καισάρειον, τη γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα με κοφτερά κοχύλια που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της στη θέση Κίναρον, μεταφέροντάς τα σε ολόκληρη την πόλη και τα έκαψαν», αναφέρουν οι πηγές της εποχής. Ηθικός αυτουργός της δολοφονίας θεωρήθηκε ο Κύριλλος, που ήδη καλλιεργούσε κλίμα εναντίον της. Η ιστορία προσπάθησε να τον απαλλάξει από το στίγμα του δολοφόνου, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει αυτό το φόνο.

Αυτό ήταν το τέλος της Υπατίας.

Και ταυτόχρονα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Και αν η Υπατία μεταβλήθηκε σε σύμβολο, δίνοντας όνομα σε ένα μύθο, είναι επειδή ο θάνατός της συμπίπτει με το θάνατο αυτού του πολιτισμού. Ποιητές και ερευνητές συμφώνησαν ότι το λιντσάρισμα της Υπατίας σημαίνει επίσης το λιντσάρισμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, το θρίαμβο των δυνάμεων του σκοταδισμού και τη μακραίωνη υποδούλωση αυτού που προσδίδει στο ανθρώπινο πλάσμα τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του: της ικανότητάς του να εξερευνά το Σύμπαν και να το κατανοεί μέσω της εμπειρικής παρατήρησης, όπως γράφει ο Πέδρο Γκάλβεθ.

Η μορφή της Υπατίας χάθηκε. Δεν έμειναν παρά ελάχιστες πηγές που να αναφέρουν ότι αυτή η γυναίκα κάποτε υπήρξε. Τα βιβλία της επίσης καταστράφηκαν, αλλά μαθαίνουμε για το έργο της από άλλους (ίσως βέβαια κάποια βιβλία της να είναι γραμμένα με αντρικό όνομα). Μετά το θάνατό της θα έπρεπε να περάσουν πάνω από χίλια χρόνια για να σημειωθούν αξιόλογες πρόοδοι στο πεδίο των μαθηματικών. Ιδίως για τις κωνικές τομές (αναλυτική γεωμετρία, παρουσιάζοντας τις γεωμετρικές καμπύλες που έχουν η παραβολή, η υπερβολή, και η έλλειψη με τη βοήθεια της άλγεβρας), θα έπρεπε να φτάσουμε στο 16ο αιώνα και στην αποδοχή της θεωρίας του Κοπέρνικου και του Κέπλερ για την κίνηση της Γης γύρω από τον Ήλιο για να φανεί η χρησιμότητά τους και στον 20ό αιώνα για να συναντήσουμε την επόμενη μεγάλη γυναίκα επιστήμονα, τη Μαρία Κιουρί.

Η μορφή της παρέμεινε άγνωστη μέχρι το 18ο αιώνα, που την περιέσωσε από τη λήθη ο Διαφωτισμός. Ο Έντουαρτ Γκίμπον συνέβαλε περισσότερο στη διάσωση της μορφής της, περιλαμβάνοντάς τη στον τρίτο τόμο της Ιστορίας της παρακμής και πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενώ για την κόντρα της με τη χριστιανική εκκλησία έγραψε μέχρι και ο Βολταίρος. Η ιστορία έχει τις παραξενιές της. Και ενώ σε μια εποχή συγκρούσεων αγιοποίησε τον Κύριλλο, κάνοντας τα στραβά μάτια στο φανατισμό που ανέχτηκε (και ίσως προκάλεσε), εξοστράκισε την Υπατία στην αφάνεια και την απαξίωση. Όμως, ο χρόνος αναδεικνύει τους νικητές, αποκαθιστώντας τελικά τη μνήμη αυτής της φωτισμένης γυναίκας.

Τις προσεχείς μέρες κυκλοφορεί στις αίθουσες η ταινία “Agora” βασισμένη στην ιστορία της Υπατίας με τη Ρέιτσελ Βάις στον ομώνυμο ρόλο σε σκηνοθεσία του Χιλιανού Αλεχάντρο Αμεναμπάρ. Στην ταινία, οι φιλοσοφικοί στοχασμοί της Υπατίας μπλέκονται με τις αναταραχές και τις αιματοχυσίες στους δρόμους. Ο σκηνοθέτης αναφέρει: «Η ταινία δεν είναι αντιχριστιανική. Περισσότερο ως κατηγορητήριο του φονταμενταλισμού θα μπορούσε να ερμηνευτεί, δηλαδή της ιδέας ότι θα σε σκοτώσω γι’ αυτό που πιστεύεις». Και συνεχίζει: «Αν η Υπατία είναι η ενσάρκωση μιας σύγχρονης γυναίκας, η αρχαία Ρώμη είναι η ενσάρκωση μιας σύγχρονης υπερδύναμης σε κρίσιμη καμπή. Μου έρχεται στο νου η Αμερική. Είναι μια κατάλληλη στιγμή για αλλαγή. Επειδή είμαι φύσει αισιόδοξος, πιστεύω ότι δεν θα γυρίσουμε στο Μεσαίωνα… Εξάλλου, η μοίρα κάθε χαρακτήρα γράφεται από την αρχή. Όπως όταν η ιστορία κατακλύζεται από μίσος και η λαγνεία για εξουσία ενορχηστρώνονται διεφθαρμένα στο όνομα μια απλής, αδιαφιλονίκητης αλήθειας».

1 σχόλιο: