Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2010

Υπατία, μια ιστορική αδικία

«Η ιστορία γράφεται από τους νικητές» Ναπολέων Βοναπάρτης.
Μία φράση που αποτυπώνει τέλεια το πνεύμα της εποχής μας, πιστεύοντας ότι αποδίδει τα του Καίσαρος τω Καίσαρι. Ουσιαστικά αντανακλά τη λαϊκή πίστη στο δίπολο καλού – κακού, ταυτίζοντας συνειρμικά τους νικητές με το καλό και τους ηττημένους με το κακό. Έτσι κι αλλιώς, ο λαός θέλει να μαθαίνει μέσα από «παραμύθια». Και πάντα ένα καλό παραμύθι έχει τον μπαμπούλα του, κάτι βέβαια που εξυπηρετεί ιδανικά αυτόν που έχει την εξουσία.

Η παραπάνω φράση, υποκρύπτει, ωστόσο το βαρβαρισμό και τη μισαλλοδοξία του ισχυρού, ενώ η ισοπέδωση που επιτελείται δεν γίνεται πάντοτε με γνώμονα το κοινό καλό. Θύμα τέτοιων παιχνιδιών εξουσίας έχει υπάρξει και η επιστημονική σκέψη. Γυρίζοντας το ρολόι του χρόνου αρκετούς αιώνες πίσω, συναντάμε την Υπατία, η οποία, ως άλλος τελευταίος των Μοϊκανών, ήταν η τελευταία μεγάλη εργάτρια της επιστήμης και εκπρόσωπος του ελληνιστικού τρόπου σκέψης, που με το θάνατό της μπαίνει συμβολικά ένα τέλος σε μια εποχή άνθησης και εδραίωσης της επιστημονικής αντίληψης του κόσμου.

Η Αλεξάνδρεια του 4ου αιώνα μ.Χ. ήταν η τελευταία πόλη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που εξακολουθούσε να αναπτύσσει και να διδάσκει επιστήμες και φιλοσοφία. Στην πόλη αυτή έμελλε να ζήσει μια φωτισμένη γυναίκα, η Υπατία. Γεννήθηκε το 370 μ.Χ και ήταν κόρη του μαθηματικού Θέωνα. Με τις φροντίδες του πατέρα της έλαβε την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση, μιας και ήθελε να κάνει την κόρη του ένα «τέλειο ανθρώπινο ον».

Δίδαξε στο Μουσείο φιλοσοφία και μαθηματικά και τα μαθήματά της αποτέλεσαν πόλο έλξης για τους διανοούμενους της εποχής. Το έργο της περιλάμβανε σχόλια πάνω στην Αριθμητική του Διόφαντου, ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (ή Διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις, και εργάστηκε με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Επίσης, έγραψε σχόλια για τον Αστρονομικό Κανόνα του Πτολεμαίου και μια διατριβή «Περί των Κωνικών Τομών του Απολλώνιου». Τέλος, ασχολήθηκε και με μηχανικές κατασκευές (όργανα για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και υδρόμετρα για τη μέτρηση της πυκνότητας υγρών).

Όμως για να δούμε τις πολιτικοκοινωνικές ζυμώσεις της εποχής. Ο χριστιανισμός μόλις είχε γίνει επίσημη θρησκεία του κράτους. Η νεαρή θρησκεία έκανε δειλά δειλά τα βήματά της από ένα υπόγειο ρεύμα σε ένα μαζικότερο κίνημα. Σε ένα καζάνι που έβραζε, από μια πληθώρα δογμάτων, η Εκκλησία καλούνταν να διασφαλίσει την καθαρότητα της πίστης. Η διάκριση ήταν δύσκολη και η ενότητα απαιτούσε δραστικές πρωτοβουλίες. Οι Οικουμενικές Σύνοδοι διαδέχονταν η μία την άλλη, ώστε οι θέσεις της να αποσαφηνιστούν με το Σύμβολο της Πίστεως. Η Εκκλησία είχε ένα ξεκάθαρο εχθρό: την ειδωλολατρία, αλλά και ένα πολύ δυνατό σύμμαχο: το κράτος. Όπως αναφέρει η Α. Ηλιάδη, «η νέα πίστη μπορεί να εξελιχθεί παράλληλα με την κρατική δομή σε ένα σπουδαίο παράγοντα συνοχής του πληθυσμού της αυτοκρατορίας, που η εθνική ανομοιογένειά του αποτελούσε μόνιμο κίνδυνο. Στο νέο κράτος, το στοιχείο αυτό λειτουργεί ως παράγοντας συνοχής μόνο αν υπάρχει δογματική ενότητα, αλλιώς πολλαπλασιάζει την ένταση και αφανών ακόμη διασπαστικών τάσεων». Όπερ και εγένετο το πρώτο χριστιανικό κράτος λοιπόν!

Η ανάγκη για ενότητα προϋποθέτει την υπεράσπιση του δόγματος με κάθε μέσο και τρόπο. Σε αυτή τη σχέση δούναι και λαβείν, κανένας δεν θα έβγαινε ζημιωμένος. Το κράτος θα είχε διασφαλισμένη την ειρήνη και την ομοιογένεια, ενώ η Εκκλησία την εξάπλωση της πίστης και των πεποιθήσεών της. Θύματα;

Σιγά σιγά καλλιεργήθηκε ο φανατισμός και οι υπερασπιστές της πίστης έφτασαν σε ακρότητες. Στον Ιππόδρομο της Κωνσταντινουπόλεως επί Θεοδοσίου Α έγινε δημόσια καύση ελληνικών βιβλίων. Κατόπιν, με μια σειρά διαταγμάτων οι αυτοκράτορες προσπάθησαν να περιορίσουν τις ελευθερίες λατρείας των εθνικών και στη συνέχεια με μια πληθώρα νομοθετημάτων, στράφηκαν να εξαλείψουν την αρχαία ελληνική θρησκεία, κλείνοντας τα ιερά, απαγορεύοντας τις θυσίες και αφαιρώντας τις περιουσίες των εθνικών. Ένας καινούριος εχθρός μόλις είχε γεννηθεί. Προς το τέλος μάλιστα του 4ου αιώνα, οι ναοί άρχισαν να καταστρέφονται, ενώ η λατρεία ποινικοποιήθηκε. Το πρώτο κυνήγι μαγισσών ξεκίνησε ο αυτοκράτορας Ουάλης, με αφορμή μια αποκάλυψη υποτιθέμενης συνομωσίας για την ανατροπή του από κληρικούς, εξαπολύοντας απηνή διωγμό κυρίως εναντίον των εθνικών διανοούμενων. «Οι μαθηματικοί έπρεπε να κατασπαραχθούν από θηρία ή να καούν ζωντανοί», γράφει ο McCabe. Μάλιστα, μερικοί από τους Χριστιανούς Πατέρες αναβίωσαν τις θεωρίες της επίπεδης Γης και του σύμπαντος ως στερέωμα. Δύσκολοι καιροί για φιλόσοφους και επιστήμονες…

Το 392 καταστράφηκε στο Σεράπειο, ένας από τους σημαντικότερους ναούς της αυτοκρατορίας, από το χριστιανικό όχλο που καθοδηγούνταν από τον πατριάρχη Θεόφιλο. Η καταστροφή του είναι σημαντική, γιατί κατασκευάστηκε από τον Πτολεμαίο Α και συμβόλιζε τη συνύπαρξη, την αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό των τριών σημαντικότερων πληθυσμιακών ομάδων της Αλεξάνδρειας: των Ελλήνων, των Αιγυπτίων και των Ιουδαίων. Τότε έκλεισε και το Μουσείο, με διάταγμα του Θεοδοσίου.

Ας γυρίσουμε όμως πίσω στην Υπατία, η οποία είχε μείνει μέχρι τέλους στο Μουσείο, όπου σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια Σούδα «ήταν επίσημα διορισμένη να ερμηνεύει το δόγμα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη κα». Και όταν αυτό έκλεισε, άρχισε να παραδίδει μαθήματα στο σπίτι της. «Αφού το Μουσείο δεν υπάρχει, ας γίνω το Μουσείο εγώ», είχε πει. Με την πνευματική της κατάρτιση, τη ρητορική της δεινότητα, την πολύπλευρη προσωπικότητά της και την ηθική της οντότητα, κέρδισε την εκτίμηση και το σεβασμό του λαού της Αλεξάνδρειας, καθώς και των αλεξανδρινών πολιτικών. Η Υπατία δεν είχε ασπαστεί το χριστιανισμό και το πιθανότερο είναι να ήταν κάτι μεταξύ άθεης και αγνωστικίστριας, αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της αποτέλεσε πρότυπο ηθικής, σύνεσης και σοφίας. Αν και ήταν όμορφη, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για την ομορφιά του σώματός της. Ντυνόταν κόσμια και μέχρι το τέλος του βίου της, παρέμεινε παρθένα. Οι μαθητές της ήταν διαφόρων θρησκειών και προσπαθούσε να τους βοηθήσει να αντιληφθούν την πραγματική ομορφιά της ζωής και την αληθινή γνώση. «Ήξερε να συγκρατεί τους πιο τολμηρούς, όταν στο πάθος τους γι’ αυτήν έχαναν τον αυτοέλεγχό τους», αναφέρει χαρακτηριστικά η Εγκυκλοπαίδεια Σούδα. Ήταν απόλυτα αφοσιωμένη στα ιδεώδη της Αλήθειας και του Δικαίου.

Ανάμεσα στους μαθητές της ήταν ο Συνέσιος, που στη συνέχεια έγινε επίσκοπος Πτολεμαΐδας και ο Ορέστης, ο Ρωμαίος Έπαρχος της Αιγύπτου, που είχε βαπτιστεί χριστιανός για τους τύπους, ο οποίος συχνά την καλούσε ως σύμβουλο. Ήταν η πρώτη γυναίκα που δίδαξε δημόσια και μάλιστα στο επιστημονικό πεδίο της υψηλής διανόησης, συμβολίζοντας την ελευθερία της σκέψης και του λόγου, που έρχονταν αντίθετα με τις διδαχές του χριστιανισμού των πρώτων χρόνων που επέβαλε την τυφλή υποταγή ως τη μοναδική έξοδο προς τα Θεία.

Με όλα αυτά λογικό ήταν να μπει στο μάτι του Πατριάρχη Κύριλλου, ο οποίος από αυτά που έγραψε δείχνει ότι ένιωθε «βαθύτατο μίσος για το σύνολο της φιλοσοφίας, που δεν είναι παρά ελληνιστική βλακεία». Όσο για το ρόλο της γυναίκας, έλεγε σε ένα από τα κηρύγματά του: «Υποταγμένη και παραδομένη στην υπακοή προς το Θεό, οφείλει να αφοσιώνεται στη γέννηση παιδιών». Επιπλέον, έκανε αγώνα για την καθαρότητα της πίστης, εκδιώκοντας από την πόλη όλους τους μη ορθόδοξους χριστιανούς. Η ιστορία τον χαρακτηρίζει ως υπέρμαχο πολεμιστή του χριστιανισμού. Άλλες πηγές αναφέρουν πως απλά διψούσε για εξουσία.

Τη Σαρακοστή του 415, «ορισμένοι πεισματάρηδες και απερίσκεπτοι κοκορόμυαλοι με υποκινητή και αρχηγό τους τον Πέτρο, ένα μέλος των Παραβολάνων (ομάδα νεαρών που λειτουργούσαν ως στρατιωτικό σώμα του Πατριάρχη) παρακολουθούσαν αυτή τη γυναίκα να επιστρέφει στο σπίτι της. Την κατέβασαν με τη βία από την άμαξά της, τη μετέφεραν στην εκκλησία Καισάρειον, τη γύμνωσαν εντελώς, της έσκισαν το δέρμα με κοφτερά κοχύλια που ξεψύχησε, διαμέλισαν το σώμα της, έφεραν τα μέλη της στη θέση Κίναρον, μεταφέροντάς τα σε ολόκληρη την πόλη και τα έκαψαν», αναφέρουν οι πηγές της εποχής. Ηθικός αυτουργός της δολοφονίας θεωρήθηκε ο Κύριλλος, που ήδη καλλιεργούσε κλίμα εναντίον της. Η ιστορία προσπάθησε να τον απαλλάξει από το στίγμα του δολοφόνου, αλλά το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει αυτό το φόνο.

Αυτό ήταν το τέλος της Υπατίας.

Και ταυτόχρονα του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Και αν η Υπατία μεταβλήθηκε σε σύμβολο, δίνοντας όνομα σε ένα μύθο, είναι επειδή ο θάνατός της συμπίπτει με το θάνατο αυτού του πολιτισμού. Ποιητές και ερευνητές συμφώνησαν ότι το λιντσάρισμα της Υπατίας σημαίνει επίσης το λιντσάρισμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, το θρίαμβο των δυνάμεων του σκοταδισμού και τη μακραίωνη υποδούλωση αυτού που προσδίδει στο ανθρώπινο πλάσμα τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του: της ικανότητάς του να εξερευνά το Σύμπαν και να το κατανοεί μέσω της εμπειρικής παρατήρησης, όπως γράφει ο Πέδρο Γκάλβεθ.

Η μορφή της Υπατίας χάθηκε. Δεν έμειναν παρά ελάχιστες πηγές που να αναφέρουν ότι αυτή η γυναίκα κάποτε υπήρξε. Τα βιβλία της επίσης καταστράφηκαν, αλλά μαθαίνουμε για το έργο της από άλλους (ίσως βέβαια κάποια βιβλία της να είναι γραμμένα με αντρικό όνομα). Μετά το θάνατό της θα έπρεπε να περάσουν πάνω από χίλια χρόνια για να σημειωθούν αξιόλογες πρόοδοι στο πεδίο των μαθηματικών. Ιδίως για τις κωνικές τομές (αναλυτική γεωμετρία, παρουσιάζοντας τις γεωμετρικές καμπύλες που έχουν η παραβολή, η υπερβολή, και η έλλειψη με τη βοήθεια της άλγεβρας), θα έπρεπε να φτάσουμε στο 16ο αιώνα και στην αποδοχή της θεωρίας του Κοπέρνικου και του Κέπλερ για την κίνηση της Γης γύρω από τον Ήλιο για να φανεί η χρησιμότητά τους και στον 20ό αιώνα για να συναντήσουμε την επόμενη μεγάλη γυναίκα επιστήμονα, τη Μαρία Κιουρί.

Η μορφή της παρέμεινε άγνωστη μέχρι το 18ο αιώνα, που την περιέσωσε από τη λήθη ο Διαφωτισμός. Ο Έντουαρτ Γκίμπον συνέβαλε περισσότερο στη διάσωση της μορφής της, περιλαμβάνοντάς τη στον τρίτο τόμο της Ιστορίας της παρακμής και πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ενώ για την κόντρα της με τη χριστιανική εκκλησία έγραψε μέχρι και ο Βολταίρος. Η ιστορία έχει τις παραξενιές της. Και ενώ σε μια εποχή συγκρούσεων αγιοποίησε τον Κύριλλο, κάνοντας τα στραβά μάτια στο φανατισμό που ανέχτηκε (και ίσως προκάλεσε), εξοστράκισε την Υπατία στην αφάνεια και την απαξίωση. Όμως, ο χρόνος αναδεικνύει τους νικητές, αποκαθιστώντας τελικά τη μνήμη αυτής της φωτισμένης γυναίκας.

Τις προσεχείς μέρες κυκλοφορεί στις αίθουσες η ταινία “Agora” βασισμένη στην ιστορία της Υπατίας με τη Ρέιτσελ Βάις στον ομώνυμο ρόλο σε σκηνοθεσία του Χιλιανού Αλεχάντρο Αμεναμπάρ. Στην ταινία, οι φιλοσοφικοί στοχασμοί της Υπατίας μπλέκονται με τις αναταραχές και τις αιματοχυσίες στους δρόμους. Ο σκηνοθέτης αναφέρει: «Η ταινία δεν είναι αντιχριστιανική. Περισσότερο ως κατηγορητήριο του φονταμενταλισμού θα μπορούσε να ερμηνευτεί, δηλαδή της ιδέας ότι θα σε σκοτώσω γι’ αυτό που πιστεύεις». Και συνεχίζει: «Αν η Υπατία είναι η ενσάρκωση μιας σύγχρονης γυναίκας, η αρχαία Ρώμη είναι η ενσάρκωση μιας σύγχρονης υπερδύναμης σε κρίσιμη καμπή. Μου έρχεται στο νου η Αμερική. Είναι μια κατάλληλη στιγμή για αλλαγή. Επειδή είμαι φύσει αισιόδοξος, πιστεύω ότι δεν θα γυρίσουμε στο Μεσαίωνα… Εξάλλου, η μοίρα κάθε χαρακτήρα γράφεται από την αρχή. Όπως όταν η ιστορία κατακλύζεται από μίσος και η λαγνεία για εξουσία ενορχηστρώνονται διεφθαρμένα στο όνομα μια απλής, αδιαφιλονίκητης αλήθειας».

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2010

Δυσλεξία: αναπηρία ή ταλέντο;

Σύμφωνα με τις περισσότερες έρευνες, η μέση ελληνική οικογένεια, ξοδεύει το μεγαλύτερο κομμάτι του προϋπολογισμού της για την εκπαίδευση των παιδιών. Η παιδεία στην Ελλάδα τείνει να θεωρηθεί ως η «χήνα με τα χρυσά αυγά». Όλοι την ταΐζουμε, ελπίζοντας στο χρυσάφι της. Όμως, αντί να ταΐζουμε ασύστολα και απερίσκεπτα αυτό το «αδηφάγο τέρας», καλύτερα να καθίσουμε να σκεφτούμε πού πάνε τα χρήματά μας. Το Ελληνικό Πανεπιστήμιο έχει ανοίξει τις πόρτες του και ένα πτυχίο που κάποτε έμοιαζε να εξασφαλίζει το δικαίωμα στην ελπίδα για μια καλύτερη ζωή, πλέον μοιράζεται αφειδώς και δίνεται η δυνατότητα στο μεγαλύτερο ποσοστό των νέων να αποκτήσει ακαδημαϊκή μόρφωση. Οι Νεοέλληνες σήμερα είναι πιο μορφωμένοι από ποτέ, αλλά η ουσία των κόπων τους έχει τη γυαλάδα του χρυσού ή απλώς μας θαμπώνει, κρύβοντας τις προχειρότητες του συστήματος;

Σκοπός της παιδείας στη χώρα μας είναι «να συμβάλλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε, ανεξάρτητα από φύλο και καταγωγή, να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά». (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως)

Ναι καλά… Αυτό θα ήταν το ιδανικό… Τι ισχύει όμως; Ας ρωτήσουμε το Γιώργο.

Ο Γιώργος, ένα πανέξυπνο παιδί, που είχε κερδίσει έναν πανελλήνιο μαθητικό διαγωνισμό πληροφορικής, στην προσπάθειά του να περάσει στο Πανεπιστήμιο καταποντίστηκε. Η συλλογή των τεσσαριών του έκλεισε την πόρτα του ακαδημαϊκού χώρου οριστικά. Παράδοξο; Ο θριαμβευτής ενός διαγωνισμού πληροφορικής να κρίνεται ελλιπής για τα ελληνικά πανεπιστήμια. Βέβαια, ο Γιώργος δεν συμβιβάστηκε με την, όπως αποδείχτηκε, προσωρινή ήττα, και μιας και ήταν σίγουρος για τον εαυτό του, βγήκε στο εξωτερικό να σπουδάσει αυτό που ήθελε. Όμως τα προβλήματα συνεχίστηκαν και εκεί. Ενώ ο ίδιος πίστευε ότι στις εξετάσεις του ήταν άριστος και άψογος, τελικά οι βαθμοί του ήταν κάτω από τη βάση. Η απογοήτευση τον είχε κατακλείσει. Τότε, ως από μηχανής θεός, μια καθηγήτριά του, παρακολουθώντας τον από κοντά, αντιλήφθηκε ότι η αποτυχία του δεν ήταν θέμα διαβάσματος, αλλά πως ο Γιώργος ήταν δυσλεκτικός. Από εκείνη τη στιγμή, οι εξετάσεις προσαρμόστηκαν ανάλογα, και ο Γιώργος άρχισε να παίρνει αυτό που δικαιούνταν. Αρίστευσε στην τάξη του χωρίς μεγάλη προσπάθεια και πλέον ολοκληρώνει το διδακτορικό του, ξεκινώντας μια καριέρα στο χώρο ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο.

Με το παραπάνω παράδειγμα φαίνεται ξεκάθαρα πώς απέτυχε το σύστημα και την αδυναμία του να αναδείξει άτομα σαν το Γιώργο. Ας δούμε, όμως από πιο κοντά τι ακριβώς συμβαίνει με τη δυσλεξία.

Ένας από τους πιο περίφημους δυσλεκτικούς της ιστορίας είναι ο Αϊνστάιν. Άργησε να μιλήσει (ήταν περίπου 3 χρονών), αλλά και στα μαθητικά του χρόνια φαινόταν να αντιμετωπίζει προβλήματα με απλές μαθηματικές πράξεις: «ποτέ δεν ήταν πολύ καλός στο εύκολο κομμάτι των μαθηματικών. Για να λάμψει έπρεπε να περάσει στο δύσκολο κομμάτι των τανυστών. Στην ενήλικη ζωή του, η μαθηματική του διάνοια αναγνωρίστηκε ως μοναδική και μπορούσε να εμβαθύνει με μεγάλη ευκολία. Αλλά, φαινόταν ότι με τους αριθμητικούς υπολογισμούς εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει ένα σχετικό πρόβλημα», αναφέρει η αδερφή του Μάγια. Είναι κοινή αντίληψη η δυσλεξία να θεωρείται σαν κάποια μορφή μαθησιακής δυσκολίας, καθώς από τα συχνότερα και πιο χαρακτηριστικά συμπτώματα είναι η δυσκολία ανάγνωσης και γραφής, η ανορθογραφία και η αντιστροφή των συμβόλων, όπως επίσης η σύγχυση χώρου και χρόνου, η αποδιοργάνωση και η δυσκολία κατανόησης. Όμως, η νοητική λειτουργία που δημιουργεί αυτά τα προβλήματα είναι εκείνη στην οποία οφείλεται μια ξεχωριστή ιδιοφυΐα και ταλέντο. Η δυσλεξία είναι το αποτέλεσμα μιας αυξημένης ικανότητας αντίληψης. Σε μερικές περιπτώσεις όμως, δυστυχώς το ταλέντο αυτό γίνεται εμπόδιο.
Η γλώσσα αποτελείται από σύμβολα. Τα σύμβολα αποτελούνται από τρία μέρη: από τον ήχο, τη σημασία και την όψη (μορφή) του συμβόλου. Όταν χρησιμοποιούμε τη λεκτική σκέψη, σκεφτόμαστε με τους ήχους της γλώσσας. Κάνουμε κυριολεκτικά έναν εσωτερικό μονόλογο διαπιστώσεων, ερωτήσεων και απαντήσεων. Όμως, ένα δυσλεκτικό άτομο μαθαίνει να αντιλαμβάνεται και να σκέφτεται για τον κόσμο μέσα από εικόνες. Όταν χρησιμοποιούμε τη μη λεκτική σκέψη, σκεφτόμαστε με τη σημασία (περιεχόμενο) της γλώσσας μέσα από νοητές εικόνες των εννοιών και των ιδεών της. Οι εικόνες δεν είναι απλώς οπτικές, είναι πιο πολύ σαν τρισδιάστατες ταινίες που επιστρατεύουν πολλές από τις αισθήσεις μας. Μεταβάλλονται και εξελίσσονται καθώς διαβάζουμε την πρόταση. Η μη λεκτική σκέψη είναι εξελικτική. Η εικόνα «αναπτύσσεται» καθώς η διαδικασία της σκέψης προσθέτει περισσότερες έννοιες. Δημιουργούμε την εικόνα της σημασίας μιας πρότασης.
Ο ίδιος ο Αϊνστάιν είχε δηλώσει ότι κατά τη σύλληψη των ιδεών του «οι λέξεις δεν έπαιζαν κανένα ρόλο. Ήταν κυρίως ξεκάθαρες εικόνες αυτές που μου έρχονταν». Ο τρόπος σκέψης του δυσλεκτικού ατόμου είναι μη λεκτικός. Γίνεται με τη βοήθεια εικόνων και με μια ταχύτητα 32 εικόνων το δευτερόλεπτο. Αυτό σημαίνει ότι ενώ μέσα σε ένα δευτερόλεπτο ένα άτομο που σκέφτεται λεκτικά, κάνει γύρω στις 3 – 5 σκέψεις (μεμονωμένες λέξεις των οποίων το νόημα έχει κατανοήσει), κάποιος που σκέφτεται με εικόνες κάνει 32 σκέψεις (μεμονωμένες εικόνες των οποίων το νόημα έχει κατανοήσει). Η σκέψη με εικόνες εκτιμάται ότι είναι 300 – 400 φορές γρηγορότερη από τη λεκτική σκέψη. Η συχνότητα των ερεθισμάτων της είναι 1/32 του δευτερολέπτου. Όμως, για να προλάβει η συνείδησή μας να καταγράψει ένα ερέθισμα, πρέπει αυτό να είναι παρόν τουλάχιστον για 1/25 του δευτερολέπτου (όπως είναι τα καρέ στον κινηματογράφο). Οπότε, ο εγκέφαλος του δυσλεκτικού ατόμου, δεν προλαβαίνει να αντιληφθεί όλα τα ερεθίσματα και λειτουργεί στο όριο, ή όπως λέμε, στο κατώφλι της συνείδησης. Οπότε, η μη λεκτική σκέψη υποπίπτει στην κατηγορία του ασυνείδητου. Ο εγκέφαλος του ατόμου συλλαμβάνει τη σκέψη, αλλά το ίδιο το άτομο δεν έχει συνείδηση του γεγονότος (ξέρει την απάντηση, χωρίς να ξέρει ότι είναι η απάντηση).

Η ονειροπόληση είναι ο τρόπος σκέψης μιας μεγαλοφυΐας. Ο Αϊνστάιν, συνέλαβε τη θεωρία της σχετικότητας σε μια τέτοια στιγμή ονειροπόλησης. Όπως λέει ο ίδιος, είδε τον εαυτό του «να ταξιδεύει δίπλα σε μια ακτίνα φωτός». Το δυσλεκτικό άτομο δεν σκέφτεται απλώς με εικόνες, αλλά τις βιώνει, σαν μια αληθινή εμπειρία, καθώς η νοητική λειτουργία που επιτελείται έχει ως αποτέλεσμα οι αισθήσεις της ισορροπίας και της κίνησης να μεταβάλλονται και νιώθει ότι ο χρόνος είτε επιταχύνεται είτε επιβραδύνεται. Ο εγκέφαλος μεταβάλλει τις πραγματικές αισθήσεις τους και βιώνουν την τροποποιημένη αντίληψη ως πραγματικότητα. Μια αντίληψη που κινείται ταυτόχρονα σε πολλά επίπεδα. Έτσι, έχουν μια πολυδιάστατη εικόνα του κόσμου και αντλούν περισσότερες πληροφορίες από τους άλλους ανθρώπους. Οπότε, ο Αϊνστάιν είχε μια βιωματική εμπειρία και όχι απλώς μια εικόνα. Πράγματι ήταν στη δέσμη φωτός. Χρησιμοποιώντας αυτή την τροποποιημένη αντίληψη διεύρυνε τη δημιουργική φαντασία του και ανέπτυξε την εφευρετικότητα και τη διαίσθησή του, αντλώντας έτσι έμπνευση.

Τα δυσλεκτικά παιδιά αντιμετωπίζουν προβλήματα στο σχολείο, όταν καλούνται να αναπτύξουν την ικανότητα της λεκτικής σκέψης, επειδή η αναλυτική σκέψη και λογική είναι διαδικασίες που βασίζονται στη γλώσσα. Το παιδί έχει όμως ήδη αναπτύξει ένα σύστημα γρηγορότερο και ακριβέστερο από την αναλυτική σκέψη, το οποίο όμως του δημιουργεί προβλήματα για λέξεις αφηρημένες όπως τα άρθρα και οι προθέσεις, για τις οποίες δεν μπορεί να δημιουργήσει εύκολα εικόνες, με συνέπεια να βρίσκεται σε σύγχυση. Ακόμα η γλώσσα του δεν μπορεί να ακολουθήσει το μυαλό του. Όταν προσπαθεί να πει κάτι που θεωρεί σημαντικό, ο λόγος του επιταχύνεται τόσο πολύ που οι λέξεις του δεν ξεχωρίζουν η μία από την άλλη. Οι γονείς του το ερμηνεύουν ότι το παιδί τους έχει αρχίσει να τραυλίζει. Επίσης, το παιδί, στην προσπάθειά του να κατανοήσει τη λέξη ως αντικείμενο, κάνει 4000 φορές περισσότερους υπολογισμούς στο μυαλό του από ότι τα άλλα παιδιά και καλείται δια της διαγραφής να βρει τη σωστή απάντηση. Όμως, τι ειρωνεία, στους γύρω του αυτό το παιδί φαίνεται να είναι αργόστροφο. Εξάλλου, ο πατέρας του Αϊνστάιν, έλεγε πως οι καθηγητές περιέγραφαν το γιο του ως: «πνευματικά αργό, αντικοινωνικό και χαμένο στα ανόητα όνειρά του». Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα να ασκείται συναισθηματική πίεση στο παιδί το οποίο αναγκάζεται να ανακαλύπτει μεθόδους και τεχνάσματα για να παρακάμπτει το πρόβλημα, όπως η απομνημόνευση.

Το πραγματικό στοίχημα της εκπαίδευσης είναι να βοηθήσει αυτά τα άτομα να αναπτύξουν τα χαρίσματά τους και την ιδιαίτερη μεγαλοφυΐα τους και όχι να τα ωθεί στο περιθώριο. Αυτό που μας δείχνουν αυτά τα άτομα είναι το κενό που βρίσκεται στην εκπαίδευση, η οποία κατευθύνει το παιδί σε μια μηχανιστική μέθοδο επίλυσης των προβλημάτων, το κοινώς λεγόμενο «τυφλοσούρτη», ώστε το παιδί, αφού αναπτύξει εξαρτημένα αντανακλαστικά μέσα από στείρα αποστήθιση και απομνημόνευση να φτάνει στη λύση προβλημάτων χωρίς να έχει κανένα προσωπικό όφελος. Η μάθηση για να είναι ολοκληρωμένη, πρέπει να γίνεται με εμπειρικό τρόπο. Η πραγματική γνώση έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση να βιώσει ο μαθητής μια αληθινή εμπειρία. Δεν φτάνει να γεμίζει τη φαιά ουσία μόνο με πληροφορίες, αλλά και να μεταφέρει στην καρδιά αισθήματα. Έτσι, η εκπαίδευση θα επιτελεί τον ολοκληρωτικό και ουσιαστικό της ρόλο. Και ό,τι λάμπει, θα είναι χρυσός!

ΥΓ. Με απλά λόγια, όσο και να σου περιγράψει κάποιος την αρχή λειτουργίας και το πώς είναι φτιαγμένο ένα ποδήλατο, δεν θα είναι αρκετό αν εσύ ο ίδιος δεν κάνεις ποδήλατο και βρεις την αίσθηση του χώρου που χρειάζεσαι για να ισορροπήσεις. Έτσι, αναπτύσσεις σωματική μνήμη της ισορροπίας και κάνεις ποδήλατο χωρίς να σκέφτεσαι το πώς.

Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2010

Οικογενειακή υπόθεση: Πιέρ & Μαρί Κιουρί

Λίγους μήνες πριν, η ξαδέρφη μου γέννησε ένα υγιέστατο κοριτσάκι. Το πρώτο μέλημα των νέων γονέων, ήταν να διαμορφώσουν ένα χώρο στο σπίτι τους πνιγμένο στο ροζ. Φυσικά, αν το ανιψάκι μου ήταν αγόρι, θα είχαμε μία μπλε πλημμύρα αντικειμένων. Όσο γραφικά κι αν μας φαίνονται όλα αυτά, ωστόσο αναδεικνύουν ότι κάποια στερεότυπα και κυρίαρχες τάσεις είναι ισχυρά συνδεδεμένες με τον ψυχισμό μας και τον τρόπο που βλέπουμε τα πράγματα. Με τη γέννηση ενός παιδιού ξεκινάει να παίζεται στο μυαλό του ευτυχούς γονέα μια ταινία, με τίτλο «Τι θέλω για το παιδί μου». Οι φιλοδοξίες είναι λίγο πολύ γνωστές. Αν είναι γιος, να είναι παλικάρι, να έχει κατακτήσεις, να σπουδάσει μια καλή επιστήμη (να γίνει δηλαδή γιατρός, δικηγόρος ή μηχανικός) και να είναι επιτυχημένος στη ζωή του. Ενώ αν είναι κόρη, να είναι όμορφη, χαριτωμένη και αξιαγάπητη, να σπουδάσει κάτι που θα αναδεικνύει τις αρετές και τη θηλυκότητά της (θεωρητικές επιστήμες, όπως μουσική, θέατρο, άντε φιλολογία). Οι διαχωρισμοί αυτοί ορίζουν τους ρόλους που καλούνται να υπερασπιστούν στην κοινωνία τα αυριανά παιδιά.

Όλοι αυτοί οι ρόλοι έχουν όμως ως αποτέλεσμα την αποξένωση, το να κοιτάει ο καθένας τη δουλειά του, ενώ αυτά που μοιραζόμαστε να είναι όλο και λιγότερα και πιο συγκεκριμένα. Αν στα παραπάνω συνυπολογίσουμε τη «μάστιγα» της εποχής, το κυνήγι της καριέρας και την ανάγκη για όλο και καλύτερους επαγγελματίες, αφοσιωμένους στη δουλειά τους, τα ζευγάρια φτάνουν στο σημείο να γίνονται «δυο ξένοι κάτω από την ίδια στέγη». Κι όμως, αν ξεπεράσουμε τα στερεότυπα και κυνηγήσουμε μια ζωή με μεγαλύτερη αυθεντικότητα, μπορούμε ίσως να δούμε ότι αυτά που μας ενώνουν και μπορούν να μας φέρουν πιο κοντά, είναι ίσως τα πιο σημαντικά, κι ας έρχονται κόντρα στα θέλω των γονιών μας.

Πίσω στα τέλη του 19ου αιώνα, συναντάμε ένα ζευγάρι, που αυτά που μοιράστηκε και έζησε ήταν πιο δυνατά από το θάνατο, στιγμάτισαν την επιστήμη και ένωσαν τις ζωές τους σε ένα μεγαλύτερο σκοπό. Η Μαρία Σκλόντοφσκα (όπως είναι το πατρικό της) γεννήθηκε το 1867 στη Βαρσοβία της Πολωνίας. Από μικρή ανακάλυψε την αγάπη της για τη Φυσική, αλλά με τα Πολωνικά Πανεπιστήμια κλειστά για τις γυναίκες, έπρεπε να περάσει κάποια χρόνια ως γκουβερνάντα μέχρι το 1891, όπου αναχώρησε για σπουδές στο Παρίσι. Μετά από δύο χρόνια είχε πτυχίο στη Φυσική και στα Μαθηματικά. Περισσότερες προοπτικές, όμως, δεν υπήρχαν, ούτε καν να ξεκινήσει μία διδακτορική διατριβή. Κανένας δεν έπαιρνε μια γυναίκα υπό την εποπτεία του.

Τότε ήταν που μπήκε στη ζωή της ο Πιέρ Κιουρί, που δούλευε ως βοηθός ενός εργαστηρίου. Γεννημένος στο Παρίσι το 1859, γνωστός στην επιστημονική κοινότητα ήδη από τη δεκαετία του 1880 για πειράματα πιεζοηλεκτρισμού (εμφάνιση ηλεκτρικής τάσης στα άκρα κρυστάλλων όταν αυτοί συμπιέζονται), ενώ είχε βρει νόμο που φέρει το όνομά του για την επίδραση της θερμοκρασίας στα παραμαγνητικά υλικά,.

Μέσα στον επόμενο χρόνο είχαν παντρευτεί. Οι δυο τους μοιράζονταν την ίδια αγάπη για την έρευνα και τα ίδια χόμπι, πράγματα αρκετά για να τους ενώσουν για μια ζωή. «Είμαστε από αυτούς που πιστεύουν ότι η επιστήμη έχει εξαιρετική ομορφιά. Ένας επιστήμονας στο εργαστήριό του δεν είναι μόνο ένα τεχνικός. Είναι επίσης ένα παιδί που βρίσκεται μπροστά από φυσικά φαινόμενα που τον εντυπωσιάζουν σαν ένα παραμύθι», ανάφερε. Η Μαρία δεν ήταν πλέον μόνη: «είχα βρει ένα σύντροφο, έναν εραστή, έναν επιστημονικό συνεργάτη πάνω στον οποίο μπορούσα να βασιστώ».

Το 1896, η Μαρία παρατήρησε, χρησιμοποιώντας το ηλεκτρόμετρο που είχε μόλις κατασκευάσει ο Πιέρ, ότι τα άτομα ουρανίου εκπέμπουν ακτινοβολία, όχι ως αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης των ατόμων μεταξύ τους, αλλά ως χαρακτηριστική ιδιότητα του στοιχείου. «… Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ένα εντελώς νέο είδος χημείας για την οποία το παρόν εργαλείο που χρησιμοποιούμε είναι το ηλεκτρόμετρο, και μπορούμε να ονομάσουμε χημεία του αναπάντεχου». Μελετώντας διάφορα μεταλλεύματα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα πρέπει να περιέχουν κάποιο άλλο στοιχείο, περισσότερο ραδιενεργό από το ουράνιο. Φρόντισε, μάλιστα με κάθε τρόπο να είναι φανερό ότι η ίδια μόνη της έκανε αυτές τις παρατηρήσεις, ώστε κανένας να μην αμφισβητήσει ότι μια γυναίκα είναι ικανή για επιστήμη. Ο Πιέρ ασχολούνταν ακόμα με τα μαγνητικά φαινόμενα των κρυστάλλων.

Μέχρι που βρήκε τις παρατηρήσεις της πάρα πολύ ενδιαφέροντες και αποφάσισε να αφοσιωθεί στο εργαστήριο μαζί της. Αυτό έγινε τον Απρίλιο του 1898. Τρεις μήνες αργότερα, δημοσίευσαν το πρώτο άρθρο τους, στο οποίο ανήγγειλαν την ύπαρξη ενός νέου στοιχείου με ατομικό αριθμό 84: «Πιστεύουμε ότι η ουσία που έχουμε εξάγει περιέχει ένα μέταλλο που δεν έχει ακόμα παρατηρηθεί, συγγενικό προς το βισμούθιο. Αν η ύπαρξή του επιβεβαιωθεί, προτείνουμε να ονομαστεί πολώνιο, από το όνομα της πατρίδας καταγωγής ενός από εμάς». Τα Χριστούγεννα του ίδιου έτους είχαν έτοιμο το δεύτερο κοινό τους άρθρο, ανακοινώνοντας την ανακάλυψη ενός ακόμα στοιχείου, με ατομικό αριθμό 88, που το ονόμασαν ράδιο. Και η έρευνα συνεχιζόταν με πολλές καινούριες ανακαλύψεις για τη ραδιενέργεια: Η δουλειά τους έφτασε στο σημείο ώστε να: «…είναι απαραίτητο να βρούμε ένα νέο όρο ώστε να ορίσουμε αυτή τη νέα ιδιότητα… προτείνουμε τη λέξη ραδιενέργεια», γράφουν. [Να σημειωθεί ότι ραδιενέργεια είναι η εκπομπή σωματιδίων (ακτίνες α και β) ή ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας (ακτίνες γ) από τους πυρήνες ορισμένων ατόμων. Πρόκειται για ιονίζουσα ακτινοβολία, καθώς δημιουργεί ιόντα και ελεύθερες ρίζες υψηλής ενέργειας. Η ακτινοβόληση ζωντανών κυττάρων με ιοντική ακτινοβολία επίσης σπάει τους δεσμούς του DNA και καθώς αυτό επιδιορθώνεται μπορεί να γίνει λάθος και να προκληθούν μεταλλάξεις.] Αυτά ήταν τα πιο δημιουργικά τους χρόνια. «Τίποτα στη ζωή δεν είναι για να το φοβόμαστε. Μόνο για να το κατανοούμε. Τώρα είναι η ώρα να καταλάβουμε περισσότερα ώστε να φοβόμαστε λιγότερα».

Το 1903, τιμήθηκαν, μαζί με τον Ανρί Μπεκερέλ, με το βραβείο Νόμπελ Φυσικής, «ως αναγνώριση της προσφοράς τους στις έρευνες για τα φαινόμενα ραδιενέργειας». Η φήμη τους είχε κορυφωθεί. Το πανεπιστήμιο της Σορβόννης πρόσφερε στον Πιέρ θέση καθηγητή και τη δυνατότητα να φτιάξει το δικό του εργαστήριο, στο οποίο η Μαρία έγινε διευθύντρια. Παράλληλα, η οικονομική τους κατάσταση βελτιώθηκε σημαντικά.

Αλλά η τραγωδία χτύπησε το σπίτι τους στις 19 Απριλίου του 1906. Ο Πιέρ, καθώς περνούσε κεντρικό δρόμο του Παρισιού, ποδοπατήθηκε από φορτωμένο κάρο. «Γενικά ποτέ δεν ήταν προσεκτικός. Πάντα σκεφτόταν άλλα πράγματα. Τι ονειρευόταν αυτή τη φορά;», ήταν η αντίδραση του πατέρα του. Ο θάνατός του ήταν ακαριαίος. Ήταν μόλις 46 ετών και άφησε πίσω του δυο κόρες, 7 ετών η μία και 14 μηνών η δεύτερη, και μια γυναίκα που έπρεπε να τα βγάλει πέρα μόνη της. «Χτυπημένη από τη μοίρα, δεν ένιωθα ικανή να αντιμετωπίσω το μέλλον. Δεν μπορούσα να ξεχάσω, εν τούτοις, ότι ο άντρας μου συνήθιζε να λέει ότι ακόμα και χωρίς αυτόν, θα έπρεπε να συνεχίσω τη δουλειά μου», διηγείται η Μαρί στη βιογράφο κόρη της, Εύα, κάποια χρόνια μετά. Το απόγευμα μετά την κηδεία του, πήγε στο εργαστήριο: «Γέμισαν τον τάφο με λουλούδια και τον έκλεισαν. Όλα τελείωσαν. Ο Πιέρ κοιμάται τον τελευταίο του ύπνο κάτω από τη γη. Είναι το τέλος όλων, όλων, όλων… Δουλεύω στο εργαστήριο όλη μέρα. Είναι το μόνο που μπορώ να κάνω. Εδώ είμαι καλύτερα από οπουδήποτε αλλού. Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτα που θα μου φέρει προσωπική ευχαρίστηση, εκτός ίσως από την επιστημονική δουλειά, αλλά και πάλι όχι, γιατί αν επιτύχω κάτι δεν αντέχω να μην το μοιραστώ μαζί του», εξομολογείται στο προσωπικό της ημερολόγιο.

Παρόλ’ αυτά, η επιστημονική κοινότητα στάθηκε στο πλευρό της. Της παραχώρησε την έδρα του Πιέρ στη Σορβόννη, καθώς και το εργαστήριό τους. Αυτά της έδωσαν τη δυνατότητα να ξεφύγει από τη σκιά του και να αποδείξει όσα άξιζε πραγματικά η ίδια, αλλά και να ξεπεράσει το χαμό του μέσα από σκληρή δουλειά. Τα επόμενα χρόνια, τα αφιέρωσε στην οργάνωση του εργαστηρίου της, κάνοντάς το ένα από τα πιο φημισμένα της Ευρώπης. Εξάλλου, όπως είχε γράψει ο Πιέρ το 1903, «ένα εργαστήριο δεν χτίζεται μέσα σε λίγους μήνες με το κούνημα ενός μαγικού ραβδιού».

Και οι κόποι της ανταμείφθηκαν. Το 1911 τιμήθηκε με το Νόμπελ Χημείας ως αναγνώριση για την προσφορά της στη μελέτη της ραδιενέργειας. Ήταν το πρώτο άτομο που λάμβανε δύο Νόμπελ και το πρώτο από τα δύο που έχουν λάβει δύο Νόμπελ για δύο ξεχωριστά πεδία.

Τα χρόνια του πολέμου ασχολήθηκε με την ιατρική χρήση της πυρηνικής ενέργειας και έφτιαξε τα πρώτα κινητά κέντρα ακτινογραφιών για τους στρατιώτες. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν ανακαλύφθηκε το ράδιο κανένας δεν ήξερε ότι μπορούσε να φανεί χρήσιμο στα νοσοκομεία. Ήταν μια δουλειά καθαρής επιστήμης. Η επιστημονική έρευνα δεν πρέπει να κρίνεται από την οπτική γωνία της άμεσης χρησιμοποίησής της. Πρέπει να γίνεται για την ομορφιά της επιστήμης και έπειτα εμφανίζεται η ευκαιρία μια επιστημονική ανακάλυψη να ωφελήσει την ανθρωπότητα», είπε σε μια διάλεξη το 1921.

Μετά τον πόλεμο έγινε διευθύντρια του Ινστιτούτου Παστέρ στο Παρίσι, και ενός άλλου στην πατρίδα της. Παρόλο που τα προβλήματα υγείας άρχισαν να εμφανίζονται, αυτή αρνούνταν να αποσυρθεί. «Ώρες ώρες νιώθω ότι το κουράγιο μου με εγκαταλείπει και σκέφτομαι να μετακομίσω στην εξοχή… αλλά δεν ξέρω αν μπορώ να υπάρξω μακριά από το εργαστήριο», γράφει στην αδερφή της.

Και φτάνουμε στο 1934. Η Μαρί βρίσκεται σε ηλικία μόλις 66 ετών και πάσχει από απλαστική αναιμία, που της στοιχίζει τη ζωή. Η υπερβολική έκθεσή της στη ραδιενέργεια, χωρίς τη λήψη απαραίτητων μέτρων ασφαλείας (μάλιστα είχε κομμάτια ραδίου στην κουζίνα της, γιατί της άρεσε ο τρόπος που φωσφόριζε) δεν θα μπορούσε να έχει διαφορετικά αποτελέσματα. Ακόμα και το προσωπικό της αρχείο είναι φυλαγμένο σε κουτιά μολύβδου, λόγω της υψηλής ραδιενεργούς ακτινοβολίας που ακόμα εκπέμπει.

Την αμέσως επόμενη χρονιά, η κόρη της Ιρένε (1897 – 1956) με τον άντρα της Φρεντερίκ Ζολιό – Κιουρί (1900 – 1958), ως γνήσιοι διάδοχοι, βραβεύτηκαν με το βραβείο Νόμπελ Χημείας για την ανακάλυψη της τεχνητής ραδιενέργειας. Όμως, και οι δύο πέθαναν σε εξαιρετικά νεαρή ηλικία, μόλις 58 ετών.

Η Μαρί Κιουρί θεωρείται η πρώτη σύγχρονη γυναίκα επιστήμονας και έχει γίνει σύμβολο καριερίστριας γυναίκας, ενώ το φεμινιστικό κίνημα έχει εκμεταλλευτεί τη φήμη της. Η αλήθεια όμως είναι ότι η επιτυχία της αντανακλάει την ευτυχισμένη σχέση της και την ισορροπία που είχε βρει στη ζωή της μέσα από αυτή. Η κοινή προσπάθεια και η δύναμη της αγάπης τους, ξεπέρασε τα εμπόδια της εποχής (σεξισμός) και τη βοήθησε να γίνει ο άνθρωπος που έγινε και να αγγίξει το μεγαλείο στην επιστήμη. Ενώ όταν είχε απομείνει μόνη, η ανάμνησή του και η υπόσχεση ότι δεν θα τα παρατήσει της έδωσε δύναμη να συνεχίσει. Σε μια εποχή που την κρατούσε χαμηλά, ο Πιέρ της έδωσε την ώθηση να σπάσει τα δεσμά της κοινωνίας.

«Ήταν μεγάλη μου τιμή να γνωρίσω την κ. Κιουρί. Η δύναμη, η αγνότητα της θέλησης, η λιτότητα, η αντικειμενικότητα και η ακέραια κρίση της, είναι προσόντα που σπάνια συναντιούνται σε έναν μόνο άνθρωπο. Η μεγαλύτερη επιστημονική πράξη της, η απόδειξη της ύπαρξης της ραδιενέργειας και η απομόνωσή της, δεν οφείλεται μόνο σε τολμηρή διαίσθηση, αλλά και στην αφοσίωση και την επιμονή σε εργασία κάτω από δύσκολες συνθήκες», αναφέρει ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ενώ η ίδια είχε γράψει: «Είμαι απλά λιγότερο περίεργη για τους ανθρώπους και περισσότερο περίεργη για ιδέες… Η ζωή δεν είναι εύκολη για κανέναν μας. Αλλά και τι μ’ αυτό; Πρέπει να έχουμε εμμονή και, πάνω απ’ όλα, εμπιστοσύνη στον εαυτό μας. Πρέπει να πιστεύουμε ότι είμαστε προορισμένοι για κάτι, που, με κάθε θυσία, πρέπει να επιτευχθεί…».

Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2010

200 χρόνια από τη γέννηση του Δαρβίνου

Θα μπορούσαμε να πούμε πως αν θέλαμε να ξεχωρίσουμε ένα έργο, μια επιστημονική άποψη που αφορά τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο γύρω μας, η οποία συντάραξε από τον πιο απλό άνθρωπο μέχρι την επιστημονική κοινότητα και δημιούργησε φανατικούς υποστηρικτές και ορκισμένους πολέμιούς της, είναι ένας πραγματικός κώδικας Da Vinci της ιστορίας. Ένα μυστικό, που ο πατέρας του, διαισθανόμενος την επανάσταση που θα έφερνε, κρατούσε μακριά από τη δημοσιοποίησή του για περισσότερα από είκοσι χρόνια. Ένας σύγχρονος προφήτης, που στις μέρες του χλευάστηκε και παρουσιάστηκε σαν πίθηκος, σήμερα τιμάται ως ο Προμηθέας της σύγχρονης σκέψης.

Τα αποκαλυπτήρια γίνονται ακριβώς πριν από 200 χρόνια (1809) στο Στρούσμπερι της Αγγλίας, όπου είδε για πρώτη φορά το φως του κόσμου ο Κάρολος Δαρβίνος. Και πριν από 150 χρόνια (1859) δημοσίευσε το βιβλίο «Περί Φυσικής Επιλογής», στο οποίο μίλησε για την εξέλιξη των ειδών και εισήγαγε την έννοια της Φυσικής Επιλογής ως τον κύριο παράγοντα που κατεύθυνε την πορεία της. Ορμώμενοι λοιπόν από τις εκδηλώσεις που γίνονται, μιας και το 2009 έχει χαρακτηριστεί ως παγκόσμιο έτος Δαρβίνου, θα αναμοχλεύσουμε τα νερά στα όσα συνεπάγεται η Φυσική Επιλογή, αλλά και στο τι τελικά είναι.

Ο Δαρβίνος δέχεται ότι υπάρχουν στη φύση ποικιλίες από ένα είδος, που μπορεί να διαφέρουν ως προς κάποιο χαρακτηριστικό τους. Σε αυτήν την περίπτωση δημιουργείται «ανταγωνισμός» ανάμεσά τους με έπαθλο την επιβίωση και τη διαιώνιση. Όπως ο ίδιος γράφει: «Λαμβάνοντας υπόψη πως έχουν γεννηθεί πολλά περισσότερα όντα από αυτά που τελικά κατάφεραν να επιβιώσουν, ότι όντα που διαθέτουν οποιοδήποτε πλεονέκτημα, έστω και πολύ μικρό, έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν και να προστατεύσουν το είδος τους; Το αντίθετο είμαστε σίγουροι ότι ισχύει».

Όμως ο παράγοντας με τον οποίο γίνεται η επιλογή του «εκλεκτού» είδους είναι η ίδια η φύση, ή όπως τη χαρακτηρίζει ο Δαρβίνος: «Είναι δύσκολο να πάψω να χρησιμοποιώ τη λέξη φύση σα να πρόκειται για πρόσωπο, όμως όταν λέω φύση εννοώ απλώς αυτό που δρα, επηρεάζει και επηρεάζεται από φυσικούς νόμους, και από τους νόμους που δημιουργούν διάφορα γεγονότα».

Η φύση, αναδεικνύοντας την καλύτερα προσαρμοσμένη ομάδα, λειτουργεί ουσιαστικά ως Φυσική Επιλογή: «Στη φύση η παραμικρή αλλαγή στη δομή ή σε βασικά χαρακτηριστικά αλλάζει όλη την καλορυθμισμένη πορεία προς την επιβίωση κι η αλλαγή αυτή θα διαιωνιστεί… Αν η διαφοροποίηση που επετεύχθη είναι προς όφελος της φύσης, σύντομα το αυθεντικό είδος θα αντικατασταθεί από το νέο, λόγω της αρχής της επιβίωσης του καταλληλότερου». Έτσι, η Φυσική Επιλογή μπορεί να στρέψει την εξέλιξη προς μία κατεύθυνση.

Ουσιαστικά, η εξέλιξη ενός είδους μέσα από τα μάτια του Δαρβίνου γίνεται ως εξής: Μέσα σε μια κοινότητα ατόμων, προκύπτουν κάποια άτομα μέσω μεταλλαγής, τα οποία λόγω αυτής έχουν κάποια διαφορετικά χαρακτηριστικά σε σύγκριση με τα υπόλοιπα, που τους δίνουν ένα πλεονέκτημα στο περιβάλλον που ζούνε. Κατόπιν, αυτά τα άτομα «επιλέγονται» και με την αναπαραγωγή κυριαρχούν σταδιακά στο είδος τους. Οπότε, στα δαρβινικά συστήματα, για να έχουμε βιολογική εξέλιξη, πρέπει να έχουμε αναπαραγωγή, μεταλλαγή και επιλογή. Για την επιλογή, ο ίδιος ο Δαρβίνος λέει: «Καθώς όλοι οι οργανισμοί προσπαθούν να προσαρμοστούν στην οικονομία της φύσης, αν κάποιο είδος δεν τροποποιηθεί και δεν ανταποκριθεί στο βαθμό που αναλογεί στις ανάγκες που προκαλούν οι ανταγωνιστές του, θα καταστραφεί»

Ας δούμε όλα αυτά πώς εφαρμόστηκαν στην ιστορία. Πριν από 30.000 χρόνια, στο χώρο της Ευρώπης, ζούσαν δύο είδη ανθρωποειδή: ο Νεάτερνταλ, ή άνθρωπος των σπηλαίων και ο homo sapiens, δηλαδή όλοι εμείς. Οι Νεάτερνταλ μπορούσαν να επικοινωνήσουν με μια βασική γλώσσα που αποτελούνταν από μικρές προτάσεις με περιορισμένη φωνητική έκταση, ένρινους ήχους και η συνομιλία ήταν εμπλουτισμένη και με χειρονομίες. Επίσης, είχαν σχηματίσει μια πολύπλοκη κοινωνική δομή, καθώς προστάτευαν τους γεροντότερους και τους άρρωστους. Επίσης, είχαν σαφώς διαχωρισμένους ρόλους στις ομάδες που δημιουργούσαν, ενώ είχαν δαμάσει τη φωτιά. Είναι από τους μεγαλύτερους κυνηγούς της ιστορίας, ενώ σωματικά ήταν εξαιρετικά γεροδεμένοι και μυώδεις και είχαν αναπτύξει δεξιότητες αξιοθαύμαστες. Ένα είδος πολύ πετυχημένο, καθώς κατάφερε να επιβιώσει στην εποχή των παγετώνων και να κυριαρχήσει για 200.000 χρόνια. Όμως, γύρω στο 30.000 π.Χ., οι πάγοι είχαν υποχωρήσει και ένας θαυμαστός νέος κόσμος ανοιγόταν, με πολλές νέες προκλήσεις.

Όμως, σε αυτό το νέο κόσμο ο Νεάτερνταλ έπρεπε να προσαρμοστεί. Επιπλέον, είχε να αντιμετωπίσει ένα νέο είδος, το homo sapiens. Μπορεί να ήταν πετυχημένο είδος, αλλά αναπτύχθηκε σε ένα περιβάλλον εχθρικό και περιορισμένο. Στις νέες συνθήκες, ήταν απαραίτητες διαφορετικές δεξιότητες από αυτές που είχε αναπτύξει. Ο Νεάτερνταλ αντιμετώπιζε τα προβλήματά του με τη μυϊκή δύναμη και όχι με το μυαλό. Φαίνεται πως δεν είχε φαντασία. Του έλειπε η υψηλότερη νοημοσύνη, κάτι που αποδεικνύει ότι δεν είχε αντίληψη της αφηρημένης έννοιας, όπως είναι η τέχνη και η θρησκεία. Αντίθετα, ο homo sapiens ήταν προικισμένος με λόγο, με τη δυνατότητα να νοηματοδοτεί τον κόσμο γύρω του, αλλά και αφηρημένες έννοιες. Μπορούσε να αντιληφθεί συσχετισμούς μεταξύ των πραγμάτων που δεν ήταν προφανείς, μα πάνω από όλα μπορούσε να οραματίζεται και να ονειρεύεται έναν άλλο κόσμο, με τον εαυτό του κομμάτι του. Πλέον, δεν ήταν περιορισμένος στα στενά όρια της φύσης, αλλά απελευθερωμένος στα όρια της φαντασίας. Η Φυσική Επιλογή ανέδειξε νικητή στην κούρσα για επιβίωση το homo sapiens, καθώς στην πορεία της εξέλιξης, δεν είναι ανάγκη να αποτύχεις για να αφανιστείς, αλλά να επιτυγχάνεις λιγότερο συχνά.

Σήμερα, η θεωρία του Δαρβίνου έχει αποτελέσει βάση για έναν ολόκληρο κλάδο της Βιολογίας, την Εξελικτική Βιολογία (η εξέλιξη της θεωρίας του Δαρβίνου μέσω της Φυσικής Επιλογής!). Ουσιαστικά κάτω από το πρίσμα της επιβίωσης, της αυτοσυντήρησης και της διαιώνισης, εξετάζεται πώς η γενετική πληροφορία κωδικοποιείται στα γονίδια και περνάει στους απογόνους. Δηλαδή, πώς επιτυγχάνουμε το σκοπό της διαιώνισης των δικών μας γονιδίων γύρω από τρεις άξονες.

Ο πρώτος άμεσος τρόπος είναι ατομικά: μέσω των παιδιών μας, περνάμε το 50% των γονιδίων μας. Ο δεύτερος τρόπος είναι από τα αδέρφια μας, μέσω των ανιψιών μας, όπου κάθε ένας έχει κατά 25% δικά μας γονίδια. Κάπως μπακάλικα, προκύπτει ότι τρεις ανιψιοί «αξίζουν» περισσότερο από ένα γιο. Ο τρίτος άξονας είναι με αναφορά στον κοινωνικό ιστό. Δηλαδή, ανάλογα τις κοινωνικές συνθήκες, και τη συμπεριφορά – στάση μας μπορούμε να έχουμε βέλτιστο αποτέλεσμα σε συνάρτηση με τα άλλα δύο. Για παράδειγμα, μία εγωιστική ή αλτρουιστική συμπεριφορά, κάτω από συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες μπορεί να εξυπηρετήσει καλύτερα στην εξοικονόμηση γονιδίων μέσω των παραπάνω επιλογών.

Όμως ας αφήσουμε λίγο τη σκέψη μας ελεύθερη. Μήπως τελικά θα ζήσουμε την εποχή που θα σημάνει το θάνατο της φυσικής επιλογής; Πλέον, με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και της βιολογίας είμαστε σε θέση να δράσουμε στις επόμενες μεταλλαγές (μεταλλάξεις) καθώς θα μπορούμε κατά βούληση να επιλέξουμε τα χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες που θέλουμε, αφού θα έχουμε καταλάβει τους μηχανισμούς λειτουργίας των γονιδίων, οπότε θα μπορούμε να επιλέξουμε τα κατάλληλα γονίδια για τις ανάγκες που δημιουργούνται, πχ περιβαλλοντικές ώστε να τα ενσωματώσουμε στο γονιδίωμά μας. Οπότε, όταν αυτά εκφράζονται, θα έχουμε τα ανάλογα οφέλη και πλεονεκτήματα.

Άρα, πλέον, η φυσική επιλογή γίνεται ανθρώπινη επιλογή, καθώς επεμβαίνουμε στην πορεία της εξέλιξης και επιλέγουμε το επόμενο στάδιό της. Όμως, θα είναι «άνθρωπος» αυτό που θα προκύψει από μια τέτοια διαδικασία; Θα είναι ένας από εμάς; Όλα αυτά είναι προβληματισμοί της Βιοηθικής, αλλά και της κοινωνίας.

Ο Δαρβινος ήταν φυσιοδίφης. Παρατηρούσε τη φύση και έβγαζε τα συμπεράσματά του. Δεν σπούδασε, αν και ξεκίνησε μια προσπάθεια να γίνει γιατρός, αλλά στην πορεία κατέληξε κληρικός!!! Η αγάπη του για τη φύση και οι παρατηρήσεις που έκανε μέσα από τα ταξίδια του πάνω στο πλοίο Beagle, τον βοήθησαν να συγκεντρώσει το υλικό για το βιβλίο του και να αποκρυσταλλώσει την άποψή του για τη Φυσική Επιλογή.

Ήταν ένας μεγάλος επιστήμονας που προκάλεσε αντιδράσεις και συγκρούστηκε γιατί έβαλε τον άνθρωπο ως αντικείμενο μελέτης της επιστημονικής έρευνας, όπως όλα τα άλλα όντα. Στην πορεία των χρόνων το μήνυμά του έχει παρερμηνευτεί και διαστρεβλωθεί, αλλά έχει ανοίξει ένα νέο παράθυρο στην αντιμετώπιση του ανθρώπου και της θέσης του στον κύκλο της ζωής.

«Καθώς τα μικρά κλαδάκια γεννούν άλλα κλαδιά κι αν αυτά είναι εύρωστα πετούν και νέα προς όλες τις κατευθύνσεις και πνίγουν πιο αδύναμα κλαδιά, έτσι γίνεται και στο μεγάλο Δέντρο της Ζωής, που σκορπά νεκρά και σπασμένα κλαδιά στη γη και την καλύπτει με κλαδιά που πετάγονται προς κάθε κατεύθυνση κι ανθίζουν», γράφει στον επίλογο του βιβλίου του.