Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2009

Τελικά μπορούν όλοι να ασχοληθούν με την επιστήμη ή μόνο κάποιοι εκλεκτοί;

Στο δρόμο μου για το βιβλιοπωλείο, πέρασα από ένα πάρκο όταν το αυτί μου έπιασε δυο νέους να συζητάνε για το πείραμα του CERN που θα ξαναρχίσει το Δεκέμβρη. «Αφού ούτε καν το Λύκειο δεν έχεις τελειώσει, πώς περιμένεις να καταλάβεις τέτοια πράγματα;», είπε ο ένας. Ο δεύτερος, αν και με μισή καρδιά, συμφώνησε «Ναι, όντως, δεν είναι για μας αυτά. Αλλά απορώ για ποιο λόγο είναι τόσο σημαντικό αυτό το πείραμα. Λες να βρω κανέναν να μου εξηγήσει και να καταλάβω;».

Αλήθεια, τι θα πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος προκειμένου να κατανοήσει την επιστήμη και να ασχοληθεί μ’ αυτήν; Υπάρχουν κάποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα που κάνουν τον επιστήμονα; Θα πρέπει, για παράδειγμα, να ξεκινήσει από μικρός την προετοιμασία όπως στον αθλητισμό; Να κατάγεται από οικογένεια με την οικονομική άνεση να τον σπουδάσει; Μήπως θα πρέπει το IQ του να υπερβαίνει αυτό του μέσου ανθρώπου;

Ή μήπως μονάχα η θέληση και ο οραματισμός είναι αρκετά; Μήπως μόνο η περιέργεια;

Καθώς έμπαινα στο βιβλιοπωλείο, μοιραία το μυαλό μου πήγε στον Μάικλ Φαραντέι, το σπουδαιότερο ίσως πειραματικό επιστήμονα που γεννήθηκε ποτέ, το μικρότερο γιο ενός σιδερά, που είχε άλλα τρία αδέρφια και έζησε στο Λονδίνο στις αρχές του 19ου αιώνα. Να τι θα έλεγε ο ίδιος για τον εαυτό του:

«Εγώ τελείωσα μόνο τη βασική εκπαίδευση, γιατί έπρεπε να συνεισφέρω οικονομικά στην οικογένειά μου. Έτσι, δούλεψα ως βιβλιοδέτης για επτά χρόνια σε ένα κεντρικό τυπογραφείο του Λονδίνου. Τις ώρες που το αφεντικό δεν με παρακολουθούσε και η δουλειά δεν επειγόταν, εγώ καθόμουν και διάβαζα τα βιβλία. Η περιέργειά μου για τα πειράματα ηλεκτρομαγνητισμού είχε θεριέψει.

Για καλή μου τύχη, όταν το αφεντικό ανακάλυψε τι έκανα, δεν με μάλωσε, απεναντίας μου πλήρωσε το εισιτήριο για να παρακολουθήσω τις διαλέξεις ενός σπουδαίου καθηγητή, του Χάμφρεϋ Ντέιβι στο Βασιλικό Ινστιτούτο. Αυτό έγινε το 1812.

Εγώ ήμουν τόσο ενθουσιασμένος που βρισκόμουν μπροστά σε αυτή τη μαγική τελετουργία της επιστημονικής διάλεξης, που κρατούσα μανιωδώς σημειώσεις με όσα έλεγε ο καθηγητής. Όταν ο κύκλος των διαλέξεων τελείωσε, ήμουν τόσο μαγεμένος, που πήρα την πρωτοβουλία να γνωρίσω προσωπικά τον καθηγητή και να του κάνω δώρο τις σημειώσεις μου από τις διαλέξεις του βιβλιοδετημένες.

Αυτός ενθουσιάστηκε με το ζήλο μου για τις επιστημονικές ανακαλύψεις, που με πήρε αρχικά ως γραμματέα του και στη συνέχεια ως βοηθό του. Μέσω αυτού γνώρισα σπουδαίους επιστήμονες και άνοιξε ο δρόμος μου για τα εργαστήρια, όπου οργάνωνα πραγματικά πειράματα. Ήμουν κι εγώ ένα κομμάτι της επιστημονικής κοινότητας».

Ο Φαραντέι έκανε πολλά πειράματα, τα οποία βοήθησαν στην κατανόηση της φύσης του ηλεκτρικού και του μαγνητικού πεδίου, καθώς και τις δυνάμεις που αναπτύσσονται.

Όλοι έχουμε την εμπειρία ότι άμα πλησιάσεις ένα σίδερο κοντά σε μαγνήτη, ο μαγνήτης θα το έλξει. Δηλαδή παρουσιάζεται μια δύναμη, η έλξη του μαγνήτη. Αυτή προκαλείται σε κατάλληλο υπόθεμα (υλικό που επηρεάζεται από το μαγνήτη, όπως το σίδερο στη συγκεκριμένη περίπτωση), και αυτό που καταλαβαίνουμε να συμβαίνει είναι ότι γύρω από το μαγνήτη ο χώρος αποκτά κάποιες χαρακτηριστικές ιδιότητες στις οποίες και οφείλεται η δύναμη. Είναι κάτι που όλοι βιωματικά το προβλέπανε, αλλά κανένας δεν μπορούσε να δει τι συνέβαινε στο χώρο και πώς αυτός επηρεαζόταν ώστε να έχουμε αυτό το αποτέλεσμα.

Εδώ έρχεται ο Φαραντέι, απλώνει ένα χαρτί πάνω από το μαγνήτη και σκορπίζει τρίμματα σιδήρου πάνω του. Ως δια μαγείας, τα κομματάκια σιδήρου παίρνουν συγκεκριμένες θέσεις γύρω από το μαγνήτη, με αποτέλεσμα να σχηματίζονται κλειστές γραμμές που ξεκινούν από τη μία άκρη του μαγνήτη και καταλήγουν στην άλλη. Και οπότε… voila!!! Έχουμε για πρώτη φορά την εικόνα του μαγνητικού πεδίου και βλέπουμε πώς ο μαγνήτης επηρεάζει το χώρο γύρω του. Τόσο όμορφα και απλά!!

Το πείραμα όμως που άλλαξε τον τρόπο που βλέπουμε τη φύση και επηρέασε τα μέγιστα τη ζωή του ανθρώπου τότε, αλλά και σήμερα, έγινε το 1831 και ήταν η απόδειξη ότι το ηλεκτρικό και το μαγνητικό πεδίο συνυπάρχουν. Ο Φαραντέι, πήρε ένα σύρμα χαλκού το τύλιξε γύρω από ένα κύλινδρο (το επονομαζόμενο πηνίο), του οποίου τα άκρα τα ένωσε με μια συσκευή που μετράει τάση (δηλαδή αν έχουμε ή όχι ηλεκτρικό πεδίο). Κατόπιν, πήρε ένα μαγνήτη σε σχήμα ράβδου και τον πέρασε μέσα από τον κύλινδρο. Παρατήρησε ότι καθώς ο μαγνήτης περνούσε μέσα από το πηνίο, η συσκευή μετρούσε κάποια τάση, δηλαδή είχαμε τη δημιουργία ηλεκτρικού πεδίου. Άλλο συμπέρασμα που έβγαλε ήταν ότι όταν ο μαγνήτης ήταν ακίνητος, η συσκευή δεν μετρούσε τίποτα. Οπότε, έβγαλε το τελικό συμπέρασμα ότι η μεταβολή της θέσης του μαγνήτη μέσα από το πηνίο προκαλεί ηλεκτρικό πεδίο. Τι μας θυμίζει όλο αυτό; Μήπως κάτι που χρησιμοποιούμε ακόμα και σήμερα; Και η απάντηση είναι θετική, καθώς δεν πρόκειται παρά για την ηλεκτρική γεννήτρια. Ανεξάρτητα από το αν είναι ακίνητος ο μαγνήτης και κινείται το συρμάτινο πλαίσιο (το ανάποδο από το πείραμα του Φαραντέι), η αρχή του φαινομένου είναι η ίδια και έχουμε τη δημιουργία τάσης → μπαταρίας → ρεύματος.

Η προσφορά του στο χώρο της επιστήμης ήταν μεγάλη και άνοιξε το δρόμο για την επόμενη γενικά επιστημόνων να προχωρήσουν και να θεμελιώσουν την ηλεκτρομαγνητική θεωρία. Ο πατέρας αυτής, ο Μάξγουελ, αποτύει φόρο τιμής στον οραματιστή Φαραντέι μιλώντας στους μαθητές του: «Ο Φαραντέι, με τα μάτια του μυαλού του, έβλεπε γραμμές δύναμης να διαδίδονται σε όλο το χώρο εκεί που οι μαθηματικοί έβλεπαν κέντρα δυνάμεων να ελκύονται από απόσταση. Ο Φαραντέι είδε ένα μέσο εκεί που άλλοι δεν έβλεπαν τίποτα άλλο παρά απόσταση… Ένας από τους βασικούς στόχους του βιβλίου μου είναι να μεταφέρω στους άλλους την ίδια ευχαρίστηση που είχα εγώ διαβάζοντας τις ‘Έρευνες’ του Φαραντέι».

Τελικά ο Φαραντέι κατάφερε να ξεπεράσει τα εμπόδια που για άλλους θα φαίνονταν βουνό. Η ταπεινή καταγωγή του, η έλλειψη ακαδημαϊκής γνώσης, αλλά και η καχυποψία που ώρες ώρες έφτανε στα όρια της απαξίωσης από τους συγχρόνους του, δεν ήταν παρά σκόνη που παρέσυρε ο άνεμος της αλλαγής που έφερνε. Πάνω απ’ όλα απέδειξε ότι η επιστήμη δεν προορίζεται για τους λίγους, αλλά τους εκλεκτούς της. Τους επιλέγει ανάμεσα σ’ εκείνους που η όρεξη, η θέληση και το πείσμα τους για γνώση δεν τους αφήνουν να σταματήσουν μπροστά στα πρώτα εμπόδια, παρά να διεκδικήσουν ως το τέλος τον άνθρωπο που ήταν γραφτό να γίνουν. Στο κάτω κάτω της γραφής, λίγη απλή περιέργεια και άγνοια κινδύνου αρκούν για να ξεκινήσει κάτι ωραίο.

Τρία χρόνια μετά το θάνατό του (1870), ο Jones Bence γράφει στο βιβλίο ‘Η ζωή και τα γράμματα του Φαραντέι’: «Αυτός που κάποτε ήταν παιδί για τις εφημερίδες πρέπει να λάβει όλες τις τιμές που κάθε Δημοκρατία της Επιστήμης σε όλο τον κόσμο μπορεί να δώσει».

1 σχόλιο:

  1. Πραγματικα, ο συγκεκριμενος καταφερε να ενταχθει στην πρωτη σειρα των κορυφαιων επιστημονων ολων των εποχων..Σιγουρα ηταν κατι παραπανω απο εξυπνος..ιδιοφυια!Πηγες αναφερουν, οτι ειχε εναν πολυ τρυφερο και οικειο χαρακτηρα,καθως και ωραια εμφανιση.Μαλιστα, καποια στιγμη, ο καθηγητης του ο Ντειβι, σαν να τον ζηλεψε, καταλαβε ποσο πολυ εξυπνοτερος ηταν, και αντιταχθηκε στην εκλογη του στην Επιστημονικη Κοινοτητα.Βεβαια τον επομενο χρονο καταλαβε το..σφαλματου, προτεινοντας τον Φαραντει να τον διαδεχθει ως διευθυντης του Ιδρυματος,αλλα οπως και ναχει, δικαιοογια δεν χωραει,για την προηγουμενη συμπεριφορα του.Αλλωστε κι ο Ντειβι προερχοταν απο οικογενεια με μετρια σχετικα, οικονομικα, και ο δικος του πατερας ξυλογλυπτης ηταν, τεχνιτης δηλαδη, απλα τον βοηθησαν καποιοι να σπουδασει σε καλο σχολειο,και μαλιστα, οταν στην αρχη φιλοδοξουσε να γινει γιατρος εκανε θεληματα στο εργαστηριο ενος χειρουργου!Τελος παντων οπως και ναχει,ο Ντειβι σχεδον ξεχαστηκε,σπανια αναφερεται σε σχολικα εγχειριδια η εκπομπες,αντιθετα, ο Φαραντει παντα αναφερεται και οπως ειπα στην αρχη,ειναι μεσα στους πιο κορυφαιους επιστημονες ολων των εποχων.Και τελος, οι διαλεξεις του αφησαν εποχη, τις παρακολουθουσαν ακομη και οι πριγκηπες,ολη η ελιτ της εποχης,και οι Χριστουγενιατικες διαλεξεις για τους νεους αφησαν Ιστορια.Αρα ξεπερασε το Ντειβι κατα πολυ και σε ολα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή