Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Μια φιλία και ένας πόλεμος

Στον κινηματογράφο, πάντα με εξίταρε σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας η έννοια του χρόνου. Όχι τόσο επιστημονικά, όσο από την πλευρά του να μπορούσες να κάνεις ένα ταξίδι στο χρόνο και να είχες μια ευκαιρία να πάρεις διαφορετικές αποφάσεις. Ένα εισιτήριο με επιστροφή για ένα «σταθμό τρένων» όπου μπορείς να αλλάξεις τρένο και το ταξίδι της ζωής σου να σε βγάλει κάπου τελείως αλλού. Πολλοί έχουμε βρεθεί σε αυτήν την αποβάθρα και πολλές φορές έχουμε σκεφτεί «αν γύριζα πίσω το χρόνο θα έκανα τα πράγματα αλλιώς. Θα είχα μια δεύτερη ευκαιρία».

Οι αποφάσεις που παίρνουμε σε ένα τέτοιο κρίσιμο σταυροδρόμι εξαρτώνται από τις αξίες και τις αρχές που μας διέπουν. Σε ένα αόρατο ζύγι μπαίνουν όλα αυτά που μας χαρακτηρίζουν και το αποτέλεσμα θα δείξει άμα είμαστε λίγοι ή αρκετοί για το χρονικό momentum. Άνθρωποι που κάτω από το πρίσμα της κοινωνίας μπορεί να δείχνουν ασήμαντοι, αδιάφοροι για το γεωπολιτικό σκηνικό, μπορεί να κληθούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο, έστω και χωρίς να το έχουν ζητήσει σε εξελίξεις που οι ισχυροί τις σχεδίαζαν διαφορετικά. Σε μια τέτοια θέση βρέθηκε ο Νιλς Μπορ (1885 – 1962), όπου είχε να ισορροπήσει ανάμεσα στη φιλία, την ηθική και το καθήκον ώστε να πάρει μια απόφαση και να βρει φως σε ένα τούνελ που στο τέλος του κρίνει έναν πόλεμο. Δεύτερη ευκαιρία δεν είχε, δεν θα μπορούσε να είχε. Ή μήπως όχι;

Ο Νιλς Μπορ, Δανός στην καταγωγή, ένας από τους μεγαλύτερους θεωρητικούς φυσικούς της εποχής του, ήδη βραβευμένος με νόμπελ φυσικής από το 1922 για τη μελέτη της ατομικής δομής είχε ως αγαπημένο του μαθητή τον επίσης Γερμανό θεωρητικό φυσικό Βέρνερ Χάιζενμπεργκ (1901 – 1976), ο οποίος σε ηλικία μόλις 31 ετών τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Φυσικής για την προσφορά του στη δημιουργία της κβαντικής μηχανικής (1932).

Ο Μπορ, στις δεκαετίες του 1920 και 1930 διηύθυνε το Ινστιτούτο Προωθημένων Ερευνών της Κοπεγχάγης, το οποίο επιχορηγούσε το εργοστάσιο μπίρας Carlsberg (αυτή ίσως είναι η μεγαλύτερη συμβολή της μπίρας στη θεωρητική φυσική). Το ινστιτούτο ήταν πόλος έλξης για πολλούς διάσημους επιστήμονες και χαρακτηρίστηκε ως η Μέκκα της θεωρητικής Φυσικής. Ο Χάιζενμπεργκ, πέρασε εκεί τα πιο δημιουργικά χρόνια της ζωής του. Η συνεργασία με το Μπορ είχε ξεπεράσει τα τυπικά όρια της επαγγελματικής σχέσης και είχε εξελιχθεί σε μια βαθιά φιλία. Η αναγνώριση της αξίας και του σεβασμού που έδειχνε ο ένας προς το άλλο βοήθησε να δομηθεί μια σχέση πατέρα – γιου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Χάιζενμπεργκ έμενε στο σπίτι των Μπορ. «Σήμερα η μέρα κύλησε όμορφα. Μετά το φαγητό ο Νιλς διάβαζε δυνατά κι εγώ έπαιξα μια σονάτα του Μότσαρτ στο πιάνο», σημείωσε σε μια επιστολή προς τους δικούς του. Κοντά στον Μπορ μεγαλούργησε, ώστε να θεωρείται ο μεγαλύτερος Γερμανός φυσικός μετά τον Αϊνστάιν και το παιδί – θαύμα του γερμανικού ακαδημαϊκού κατεστημένου.

Μέχρι που φτάνουμε στην άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Και τότε οι φίλοι βρέθηκαν σε αντίπαλα πολιτικά στρατόπεδα. Τον Χίτλερ δεν τον ενδιέφερε η επιστήμη: «Εάν η απόλυση εβραίων επιστημόνων σημαίνει την καταστροφή της σύγχρονης γερμανικής επιστήμης, τότε για λίγα χρόνια θα τα καταφέρουμε και χωρίς επιστήμη», είχε δηλώσει. Ο Μπορ είχε μεν βαπτιστεί χριστιανός, αλλά καταγόταν από εβραϊκή οικογένεια, οπότε, όταν οι Ναζί κατέλαβαν τη Δανία, τα πράγματα έγιναν δύσκολα γι’ αυτόν. Η πατρίδα του είχε χαθεί και ο ίδιος αναζητούσε αλλού το σπίτι του, παίρνοντας πολιτικό άσυλο από τις ΗΠΑ το 1943.

Όσον αφορά στο Χάιζενμπεργκ, το εβδομαδιαίο περιοδικό των Ες – Ες είχε γράψει ένα ανώνυμο άρθρο στο οποίο ανέφερε ότι ο Heisenberg δεν ήταν αρκετά πατριώτης, ότι είχε συνεργαστεί με Εβραίους και ότι δεν διέθετε το κατάλληλο φιλογερμανικό πνεύμα. Σύντομα, τον κάλεσαν για ανάκριση στο υπόγειο του αρχηγείου των Ες – Ες. Ο Heisenberg είχε συνεργαστεί με επιστήμονες εβραϊκής καταγωγής, αλλά πάντα υπεραμυνόταν σε δημόσιες συζητήσεις τις ενέργειες του Χίτλερ. Τελικά, του επέτρεψαν να χρησιμοποιεί τα αποτελέσματα του Einstein, αλλά όφειλε να αποκηρύττει τον ίδιο τον ίδιο και να τονίζει ότι δεν υποστηρίζει τις φιλελεύθερες ή διεθνιστικές απόψεις του.

Όταν η Υπηρεσία Εξοπλισμών άρχισε να λειτουργεί, ο Heisenberg ήταν από τους πρώτους που προσφέρθηκαν εθελοντικά να κάνουν ό,τι χρειαζόταν. Ανέλαβε ηγετικό ρόλο σε ένα υψίστης σημασίας απόρρητο πρόγραμμα που θα καθόριζε τη μοίρα του Ράιχ στον πόλεμο που μόλις είχε αρχίσει από την Πολωνία. Ο Χάιζενμπεργκ πάντα ήταν δραστήριος αλλά τώρα είχε ξεπεράσει τον εαυτό του. Μέσα σε λίγους μήνες είχε παραδώσει το πρώτο μέρος μιας συνολικής εργασίας για τον τρόπο κατασκευής μιας ατομικής βόμβας που θα μπορούσε να λειτουργήσει επιτυχώς. Φιλοναζιστής ή μήπως απλά προσπαθούσε να σώσει το εαυτό του και την οικογένειά του, ζώντας σε μια πατρίδα έτοιμη να τον εξαφανίσει; Ήδη του είχαν στερήσει τη δυνατότητα επαγγελματικής συνεργασίας με τα μεγαλύτερα ονόματα στο χώρο του…

Από το 1939 ο Αϊνστάιν και ο Μπορ είχαν καταλάβει ότι η πυρηνική ενέργεια θα αποτελέσει το κλειδί αυτού του πολέμου και ζητούσαν χρηματοδότηση από τους Άγγλους και τους Αμερικάνους για την έρευνα. Αρχικά, ο Ρούσβελτ και ο Τσόρτσιλ αρνούνταν, θεωρώντας το περιττό.

Εν τω μεταξύ, το 1941, ο Χάιζενμπεργκ, είχε φτάσει σε αδιέξοδο. Για να κατασκευάσει την ατομική βόμβα που οραματιζόταν, οι εξισώσεις του δεν έβγαζαν το επιθυμητό αποτέλεσμα, με συνέπεια το όλο εγχείρημα να κινδυνεύει να καταρρεύσει. Σ’ αυτήν την στιγμή της απελπισίας, στράφηκε στη μόνη πηγή που μπορούσε να εμπιστευτεί για βοήθεια: στο φίλο του το Μπορ. Όμως ποιο ήταν το πρόβλημα που αντιμετώπιζε; Η ατομική βόμβα στηρίζεται στην αρχή της πυρηνικής σχάσης, δηλαδή όταν ατομικοί πυρήνες με μεγάλο αριθμό πρωτονίων και νετρονίων (τα δομικά στοιχεία των πυρήνων) είναι πλέον ασταθείς, ώστε, προκειμένου να γίνουν πιο σταθεροί, διασπώνται σε δύο μικρότερους με τη συνολική μάζα να ελαττώνεται. Η διαφορά της μάζας μετατρέπεται και εκλύεται ως ενέργεια. Αυτό ουσιαστικά εκφράζει ο πλέον γνωστός τύπος E = mc2. Αλλά με ποια ποσότητα γίνεται με σταθερό ρυθμό αυτό το φαινόμενο, έτσι ώστε να προκύπτει το πιο καταστρεπτικό αποτέλεσμα; Αυτό ήταν το σημείο που είχε κολλήσει ο Χάιζενμπεργκ όταν χτυπούσε την πόρτα του Μπορ. Τούτη έμελλε να είναι η τελευταία συνάντηση των δύο αντρών. Η συζήτησή τους είναι ένα από τα μεγαλύτερα κουτσομπολίστικα ερωτηματικό της ιστορίας της επιστήμης. Το σίγουρο είναι ότι μετά τη συζήτηση, ο Μπορ παίρνει μια απόφαση που θα τον καταδιώκει για μια ζωή. Παρατάσσεται με τους υπόλοιπους καταδιωγμένους Γερμανούς – Εβραίους φυσικούς και τους επιστήμονες από τις συμμαχικές χώρες, για την κατασκευή της ατομικής βόμβας στο πρόγραμμα Μανχάταν, στο Λος Άλαμος των ΗΠΑ. Ένα πρόγραμμα όπου 600.000 άνθρωποι εργάζονται για τη βόμβα, ενώ μέσα σε 4 χρόνια θα δαπανηθούν 25.000.000.000$. Από την άλλη, αρνείται τη βοήθεια στον επιστήθιο φίλο του.

Οι Γερμανοί συνεχίζουν να προσπαθούν να κατασκευάσουν τη βόμβα, αλλά δεν τα καταφέρνουν. Λόγω του χρόνου που περνούσε και η βόμβα δεν κατασκευαζόταν, ήταν φανερό πως η έρευνα είχε κολλήσει σε κάποιο σημείο. Μάλιστα, ο ίδιος ο Heisenberg έχει καταγραφεί να αναφέρει πως: «Μετά τα τελευταία πειράματά μας, εάν είχαμε 500 λίτρα περισσότερο βαρύ ύδωρ, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα είχαμε κατασκευάσει τη μηχανή…»

Και η βόμβα κατασκευάζεται… Και ρίχνεται στην Ιαπωνία. Ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ουσιαστικά τελειώσει με τον πλέον εμφατικό τρόπο.

Όσον αφορά το Χάιζενμπεργκ, μετά το τέλος του πολέμου έγινε παγκοσμίως σεβαστός ως σοφός και φιλόσοφος. Σπανίως μιλούσε για εκείνα τα χρόνια, αλλά όταν το έκανε άφηνε να εννοηθεί ότι μπορούσε να φτιάξει τη βόμβα, αλλά οδήγησε εκούσια την έρευνα σε λάθος κατεύθυνση, ώστε να μην αποκτήσει η ναζιστική κυβέρνηση το όπλο αυτό.

Όμως, ο Μπορ ήταν συντετριμμένος που έγινε παιχνίδι των πολιτικών ορέξεων για εξουσία και κυριαρχία. Στη συνέχεια, αφιέρωσε ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής του στις ειρηνικές εφαρμογές της ατομικής ενέργειας. Το 1950 έγραψε ένα δημόσιο γράμμα στα Ηνωμένα Έθνη: «Η ανθρωπότητα θα αντιμετωπίσει πρωτοφανείς δυσκολίες, εκτός και αν ληφθούν εγκαίρως μέτρα για να αποτρέψουν έναν καταστροφικό ανταγωνισμό με τόσο τρομερό εξοπλισμό και να εδραιώσει έναν παγκόσμιο έλεγχο της κατασκευής και χρήσης πυρηνικών υλικών».

Η σχέση του Μπορ με το Χάιζενμπεργκ δεν έφτιαξε ξανά. Συναντήθηκαν μόνο σε συνέδρια, όπου περιορίστηκαν σε τυπικές κουβέντες, ενώ από το προσωπικό αρχείο του Μπορ που άνοιξε το 2000 βρέθηκαν κάποιες επιστολές που είχε γράψει ο Μπορ σε προσωπικό ύφος, όλες αναφερόμενες σε εκείνη τη συνάντηση, τις οποίες όμως και δεν είχε στείλει.

Ο Μπορ σε όλη την υπόλοιπη ζωή του προσπάθησε να διορθώσει ένα λάθος που είχε πειστεί ότι έκανε. Ο μαραθώνιος των πυρηνικών εξοπλισμών είχε ξεκινήσει με δική του συμβολή. Ένα τίμημα που κλήθηκε να πληρώσει για λήξει ένας πόλεμος. Στο βωμό αυτό επίσης θυσίασε τη φιλία του με το Χάιζενμπεργκ, αν και στο μέλλον έκανε κάποιες ημιτελείς προσπάθειες επανασύνδεσης. Εσύ στη θέση του τι θα έκανες; Σωστός ή λάθος, δίκαιος ή άδικος, καλός ή κακός, ο Μπορ στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και πήρε μια απόφαση. Αν και μπορεί κατά βάθος να μη συγχώρησε ποτέ τον εαυτό του…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου